Η Κοινή Υπουργική Απόφαση (ΚΥΑ), που υπογράφεται από τον Υπουργό Εσωτερικών Θεόδωρο Λιβάνιο, τον Υφυπουργό Εθνικής Οικονομίας και Οικονομικών Αθανάσιο Πετραλιά και τον Υφυπουργό Υγείας Μάριο Θεμιστοκλέους, καθορίζει την εξειδίκευση των αρμοδιοτήτων, καθώς και τον τρόπο οργάνωσης, λειτουργίας και στελέχωσης των τμημάτων που ασχολούνται με κλινικές μελέτες στα νοσοκομεία του ΕΣΥ. Η απόφαση στοχεύει στη δημιουργία αυτών των τμημάτων με εξειδικευμένο και έμπειρο προσωπικό, και περιλαμβάνει επίσης τη ρύθμιση όλων των αναγκαίων ζητημάτων για τη σωστή λειτουργία τους.
Τα Αυτοτελή Τμήματα Κλινικών Μελετών θα δημιουργηθούν σε νοσοκομεία με δυναμικότητα άνω των 200 κλινών και θα έχουν κρίσιμο ρόλο στην προώθηση της έρευνας για την ανάπτυξη νέων φαρμάκων και τη βελτίωση της πρόσβασης των Ελλήνων ασθενών σε καινοτόμες θεραπείες. Το ετήσιο κόστος λειτουργίας ενός τέτοιου τμήματος υπολογίζεται σε 4.524 ευρώ, με συνολικό προϋπολογισμό 294.000 ευρώ.
Οι αρμοδιότητες των τμημάτων περιλαμβάνουν την υποστήριξη της έρευνας, την επικοινωνία και συνεργασία με τους κύριους ερευνητές, τις ερευνητικές ομάδες και τους χορηγούς, την παρακολούθηση των ερευνητικών προγραμμάτων, τη διαχείριση των φακέλων των κλινικών μελετών και την κοστολόγηση των εξόδων. Τα τμήματα θα λειτουργούν ως βασικό σημείο αναφοράς για τη βιοϊατρική έρευνα στα νοσοκομεία, συνεργαζόμενα με τις διοικητικές και οικονομικές υπηρεσίες, το φαρμακείο και τις λοιπές κλινικές. Θα παρακολουθούν τη διαχείριση των υπό έρευνα φαρμακευτικών και ιατροτεχνολογικών προϊόντων, θα εξασφαλίζουν τη συμμόρφωση με τις τυποποιημένες διαδικασίες και θα ενημερώνουν άμεσα τους χορηγούς για τυχόν ελέγχους.
Όσον αφορά το προσωπικό, τα γραφεία των κλινικών μελετών θα στελεχώνονται με υπαλλήλους διοικητικών και οικονομικών κλάδων, εξειδικευμένους στη διαχείριση τέτοιων ερευνών, και θα αποτελούνται τουλάχιστον από δύο άτομα. Ο αριθμός τους μπορεί να προσαρμόζεται ανάλογα με τις ανάγκες κάθε νοσηλευτικού ιδρύματος. Η επιλογή του προσωπικού γίνεται από τη διοίκηση, ενώ προβλέπεται άμεση αντικατάσταση σε περίπτωση αποχώρησης ή μετακίνησης για τη διασφάλιση της απρόσκοπτης λειτουργίας του τμήματος.