Αυξημένες οι μολύνσεις γιατρών στην Ινδονησία. Εμβόλια σε παιδιά 12-15 στη Δανία

Πάνω από 350 Ινδονήσιοι γιατροί έχουν μολυνθεί με COVID-19 παρά το γεγονός ότι έχουν εμβολιαστεί με το σκεύασμα της Sinovac και δεκάδες έχουν νοσηλευθεί, σύμφωνα με αξιωματούχους, καθώς αυξάνονται οι ανησυχίες για την αποτελεσματικότητα κάποιων εμβολίων εναντίον πιο μεταδοτικών παραλλαγμένων στελεχών του ιού.  Οι περισσότεροι από τους γιατρούς ήταν ασυμπτωματικοί και βρίσκονταν σε απομόνωση στο σπίτι τους, δήλωσε ο Μπαντάι Ισμόγιο, επικεφαλής των υγειονομικών υπηρεσιών στην επαρχία Κουντούς στην Κεντρική Ιάβα, αλλά δεκάδες βρίσκονταν στο νοσοκομείο με υψηλό πυρετό και μειωμένα επίπεδα οξυγόνου.

Η Κουντούς βρίσκεται αντιμέτωπη με έξαρση της πανδημίας που θεωρείται ότι οφείλεται στο πιο μεταδοτικό παραλλαγμένο στέλεχος Δέλτα, που έχει οδηγήσει την πληρότητα των νοσοκομειακών κλινών σε άνω του 90% στην περιοχή αυτή. Οι υγειονομικοί εργαζόμενοι στην Ινδονησία, που χαρακτηρίστηκαν ομάδα στην οποία δόθηκε προτεραιότητα, ήταν μεταξύ αυτών που εμβολιάστηκαν πρώτοι όταν ξεκίνησε η εμβολιαστική εκστρατεία τον Ιανουάριο.  Σχεδόν όλοι έλαβαν το εμβόλιο κατά της COVID-19 που ανέπτυξε η κινεζική εταιρία Sinovac, σύμφωνα με την Ινδονησιακή Ένωση Ιατρών (IDI).

Ενώ ο αριθμός των Ινδονήσιων υγειονομικών εργαζομένων που χάνουν τη ζωή τους λόγω της COVID-19 έχει μειωθεί σημαντικά –από τους 158 θανάτους τον Ιανουάριο στους 13 αυτόν τον Μάιο, σύμφωνα με στοιχεία από την οργάνωση LaporCOVID-19– ειδικοί σε θέματα δημόσιας υγείας λένε ότι οι νοσηλείες στην Ιάβα αποτελούν αιτία ανησυχίας.

«Τα στοιχεία δείχνουν ότι έχουν το παραλλαγμένο στέλεχος Δέλτα (στην Κουντούς) άρα δεν αποτελεί έκπληξη που η λοίμωξη παρά τον εμβολιασμό (breakthrough infection) είναι υψηλότερη από πριν διότι όπως γνωρίζουμε η πλειονότητα των υγειονομικών εργαζομένων στην Ινδονησία έλαβε το Sinovac, και ακόμα δεν ξέρουμε πόσο αποτελεσματικό είναι στον πραγματικό κόσμο έναντι της παραλλαγής Δέλτα», δήλωσε ο Ντίκι Μπάντιμαν, επιδημιολόγος στο πανεπιστήμιο Griffith της Αυστραλίας.

Αντιμέτωπη με μια από τις χειρότερες εξάρσεις στην Ασία, με πάνω από 1,9 εκατ. κρούσματα και 53.000 θανάτους, η Ινδονησία έχει πληρώσει υψηλό τίμημα σε ό,τι αφορά τους γιατρούς και τους νοσηλευτές, με 946 θανάτους.

 Στη Δανία

Η Δανία θα χορηγήσει εμβόλια κατά της COVID-19 σε παιδιά ηλικίας 12 με 15 ετών μετά τον εμβολιασμό του ενήλικου πληθυσμού για να ενισχύσει την συλλογική ανοσία ενάντια στον ιό ενόψει του χειμώνα, ανακοίνωσαν σήμερα οι υγειονομικές αρχές.   Αρχικά η Δανία θα χορηγήσει μόνο το σκεύασμα της Pfizer-BioNTech σε παιδιά ηλικίας 12-15 ετών καθώς είναι το μοναδικό εμβόλιο που έχει εγκρίνει η ρυθμιστική αρχή φαρμάκων της ΕΕ για χρήση σε εφήβους, αναφέρει σε ανακοίνωσή της η Αρχή Υγείας της Δανίας.

Στο τέλος Μαΐου, η ρυθμιστική αρχή φαρμάκων της ΕΕ έδωσε το πράσινο φως στο εμβόλιο κατά της COVID-19 της BioNTech για χρήση σε παιδιά ακόμη και 12 ετών, ενώ αναμένεται να ανακοινωθεί η απόφασή της για χρήση του εμβολίου της Moderna σε εφήβους κάποια στιγμή εντός του επόμενου μήνα.  “Η επέκταση των εμβολιασμών σε παιδιά ηλικίας 12-15 ετών είναι απαραίτητη για να διασφαλιστεί ακόμη μεγαλύτερη ανοσία στον πληθυσμό και επομένως να εξασφαλιστεί ο έλεγχος της πανδημίας στη Δανία”, δήλωσε ο επικεφαλής της Αρχής Υγείας της Δανίας, Ζόρεν Μπρόστρομ.

Ο εμβολιασμός των εφήβων θα ξεκινήσει αφού θα έχουν εμβολιαστεί πλήρως και οι τελευταίοι ενήλικες, στα μέσα Σεπτεμβρίου, είπε κατά την ενημέρωση του Τύπου ο ίδιος.  “Χρειαζόμαστε την συλλογική ανοσία, ειδικά πριν από την χειμερινή περίοδο”, πρόσθεσε.

Η Δανία τάραξε τα νερά όταν ανακοίνωσε τον Απρίλιο και τον Μάιο ότι θα σταματούσε την χορήγηση εμβολίων της AstraZeneca και της Johnson & Johnson λόγω της πιθανής σύνδεσής τους με μια σπάνια, αλλά σοβαρή, μορφή θρόμβωσης. Η κυβέρνηση της σκανδιναβικής αυτής χώρας έχει ζητήσει έκτοτε από τις υγειονομικές αρχές να επανεξετάσουν την εξαίρεση αυτών των εμβολίων από τότε που αναφέρθηκαν νέα στοιχεία για την δράση τους και τις παρενέργειές τους.

Σχεδόν ο μισός πληθυσμός της Δανίας έχει εμβολιαστεί με την πρώτη δόση, ενώ πάνω από το ένα τέταρτο του πληθυσμού είναι πλήρως εμβολιασμένο.