Στη δεκαετία του ’90 επέστρεψε η αγορά ιατροτεχνολογικών προϊόντων

Μια ακόμη δύσκολη χρονιά ξεκινά για τον κλάδο των προμηθευτών ιατροτεχνολογικών προϊόντων, καθώς από τη μια μεριά η αγορά συρρικνώνεται διαρκώς, από την άλλη τα χρέη εξακολουθούν να βρίσκονται σε υψηλά επίπεδα. Μάλιστα εκτιμάται ότι η αγορά το 2015 υποχώρησε στα περίπου 800 εκατ. ευρώ, ήτοι στα επίπεδα που βρισκόνταν πριν από 15 και πλέον χρόνια.
Σύμφωνα με την τελευταία Κλαδική Μελέτη που εκπονήθηκε από τη Διεύθυνση Οικονομικών Μελετών της ICAP Group AE (Δεκέμβριος 2015), ο κλάδος αποτελεί καίρια συνιστώσα του τομέα υγείας στη χώρα μας και καλύπτει μια ευρύτατη γκάμα ειδών από προϊόντα αναλωσίμων (π.χ. επίδεσμοι, γάζες κλπ.) μέχρι μηχανήματα υψηλής τεχνολογίας (π.χ. μαγνητικοί, αξονικοί τομογράφοι κ.α.). Η συγκεκριμένη αγορά η οποία εμφάνιζε υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης μέχρι το 2009, καταγράφει έντονη υποχώρηση από το 2010 και μετά.

Όπως αναφέρουν οι συντάκτες της μελέτης, ο κλάδος αποτελείται από μεγάλο πλήθος εισαγωγικών κυρίως εταιρειών, ενώ ολιγάριθμες είναι οι παραγωγικές επιχειρήσεις. Τα εγχωρίως παραγόμενα προϊόντα αφορούν ορισμένες μόνο κατηγορίες προϊόντων (όπως αναλώσιμα, γάζες, αντλίες έγχυσης φαρμάκων, επιδεσμικό υλικό, υλικά τεχνητού νεφρού κ.α.). Ο μεγάλος όγκος και τα πλέον εξειδικευμένα προϊόντα (ορθοπεδικό υλικό, ιατρικά μηχανήματα, εμφυτεύματα κλπ.) είναι εισαγόμενα.
Η ζήτηση των εξεταζόμενων προϊόντων προέρχεται κυρίως από τα κρατικά και ιδιωτικά νοσηλευτικά ιδρύματα, τα ιδιωτικά διαγνωστικά κέντρα, τα εργαστήρια, τα ιατρεία κλπ. Επίσης, για ορισμένες κατηγορίες προϊόντων η ζήτηση προέρχεται άμεσα από τους τελικούς χρήστες.

Σύμφωνα με το Senior Consultant της ICAP Group, Κωνσταντίνος Παλαιολόγος, ο οποίος είχε την επιμέλεια της συγκεκριμένης έκδοσης, η εγχώρια αγορά σε αξία πωλήσεων και σε τιμές χονδρικής των ιατροτεχνολογικών προϊόντων γνώρισε υψηλούς ρυθμούς ανάπτυξης κατά την περίοδο 1995-2009, σημειώνοντας διψήφιο ποσοστό αύξησης. Ωστόσο την περίοδο 2010-2015 η αγορά κατέγραψε μέσο ετήσιο ρυθμό μείωσης της τάξης του 12%.
Ο δημόσιος τομέας απορροφά, διαχρονικά, το μεγαλύτερο μέρος των πωλήσεων, σε ποσοστό που εκτιμάται μεταξύ 65%-70% τα τελευταία χρόνια. Αναφορικά με την κατανομή της συνολικής αγοράς ιατροτεχνολογικών προϊόντων, το μεγαλύτερο μερίδιο καλύπτεται από τις κατηγορίες των In Vitro διαγνωστικών αντιδραστηρίων και αναλυτών, του αναλώσιμου υγειονομικού υλικού και των ορθοπαιδικών ειδών. Συνολικά οι τρεις αυτές κατηγορίες εκτιμάται ότι κάλυψαν περίπου το 48% του συνολικού μεγέθους αγοράς.
Η Σταματίνα Παντελαίου, Διευθύντρια Οικονομικών Μελετών της ICAP Group, επισημαίνει ότι τα τελευταία έτη οι διάφορες παρεμβάσεις για τη μείωση των δημοσίων δαπανών υγείας, όπως η διενέργεια κεντρικών ηλεκτρονικών διαγωνισμών, η δημιουργία του ΕΟΠΥΥ, η λειτουργία του παρατηρητηρίου τιμών, η μείωση των τιμών, τα Κ.Ε.Ν., η εφαρμογή clawback και rebate στους ιδιώτες παρόχους υγείας, επηρέασαν καίρια την εξέλιξη των πωλήσεων των εταιρειών του κλάδου. Επίσης, οι μεγάλες καθυστερήσεις πληρωμών από πλευράς δημοσίου, δημιούργησαν σοβαρά προβλήματα ρευστότητας σε ορισμένες εταιρείες. Σε όλα τα παραπάνω προστέθηκαν το καλοκαίρι του 2015 και οι περιορισμοί στην κίνηση κεφαλαίων (capital controls), μέτρο το οποίο προκάλεσε μεγάλες δυσχέρειες στη λειτουργία των επιχειρήσεων του κλάδου.

Η σταδιακή γήρανση του πληθυσμού, η χαμηλή ελαστικότητα ζήτησης των εξεταζόμενων προϊόντων και η συνεχής εξέλιξη της τεχνολογίας και της ιατρικής επιστήμης, αποτελούν δυνατά σημεία για τον κλάδο, σε αντίθεση με τις μεγάλες καθυστερήσεις πληρωμών (από την πλευρά κυρίως του δημοσίου τομέα) και την έντονη γραφειοκρατία στις προμήθειες του δημοσίου, τα οποία συνιστούν αδύνατα σημεία. Η ανάπτυξη καινοτόμων προϊόντων, η ταχεία εξέλιξη της ιατρικής διαγνωστικής τεχνολογίας, καθώς και η επέκταση σε αγορές του εξωτερικού, αποτελούν ευκαιρίες για τον κλάδο, ενώ ως απειλές μπορούν να εκληφθούν οι συνθήκες παρατεταμένης ύφεσης της οικονομίας, οι συνεχείς περικοπές των δαπανών υγείας και η περιορισμένη ρευστότητα που επικρατεί στην αγορά.
Στα πλαίσια της μελέτης πραγματοποιήθηκε εκτεταμένη χρηματοοικονομική ανάλυση των επιχειρήσεων του κλάδου βάσει 20 επιλεγμένων αριθμοδεικτών. Επίσης, συνετάχθη ομαδοποιημένος ισολογισμός βάσει αντιπροσωπευτικού δείγματος εταιρειών.

Με βάση τον ομαδοποιημένο ισολογισμό από δείγμα 94 επιχειρήσεων (εισαγωγικών και παραγωγικών) ιατροτεχνολογικών προϊόντων, προκύπτει ότι το σύνολο του ενεργητικού τους μειώθηκε κατά 2,5% το 2014/13. Αντίθετα, τα συνολικά ίδια κεφάλαια των επιχειρήσεων του δείγματος παρουσίασαν αύξηση κατά 2,1%. Οι συνολικές πωλήσεις τους παρέμειναν στα ίδια σχεδόν επίπεδα τη διετία 2013-2014 (οριακή αύξηση 0,7%), ενώ τα μικτά κέρδη μειώθηκαν ελαφρά (1,5%). Όσον αφορά το καθαρό αποτέλεσμα, τα καθαρά (προ φόρου) κέρδη υποχώρησαν κατά 23,5% το 2014 σε σχέση με το 2013. Τα κέρδη EBITDA μειώθηκαν κατά 10,3% το ίδιο έτος. Αξίζει να σημειωθεί ότι 68 από τις 94 εταιρείες ήταν κερδοφόρες το 2014.

Όπως επίσης επισημαίνει ο κ. Παύλος Αρναούτης, Πρόεδρος του Συνδέσμου Επιχειρήσεων Ιατρικών & Βιοτεχνολογικών Προϊόντων, ιδιαίτερα σημαντικό εξακολουθεί να παραμένει το ύψος των χρεών των νοσοκομείων προς τις εταιρείες του κλάδου, που ξεπερνά το 1 δις. ευρώ. Οι όποιες πληρωμές έγιναν το Δεκέμβριο, στα πλαίσια των 250 εκατ. ευρώ που δόθηκαν στα νοσοκομεία ήταν πολύ μικρές σε σχέση με τα συνολικά χρέη.
Επίσης δύο ακόμη παράγοντες που προοιωνίζονται ένα δύσκολο 2016, είναι αφενός οι πολύ χαμηλές τιμές που αναρτώνται στο Παρατηρητήριο Τιμών, ήδη από τις αρχές Ιανουαρίου και τις οποίες πολλές εταιρείες δεν μπορούν να τις ακολουθήσουν με αποτέλεσμα να υπάρχει πρόβλημα και στις προμήθειες των νοσοκομείων, αφετέρου οι νέες τιμές στις διαγνωστικές εξετάσεις. Η τελευταία αυτή εξέλιξη πολύ πιθανόν θα οδηγήσει σε κλείσιμο πολλών εργαστηρίων και δη μικρών και άρα θα μειωθεί η ζήτηση στον κλάδο.