Ταχύτατη η ανάπτυξη των συμπληρωμάτων μέσα στην κρίση

Με ραγδαίο ρυθμό αναπτύσσεται η αγορά των συμπληρωμάτων διατροφής διεθνώς με τις εκτιμήσεις από διαφορετικές πηγές μετρήσεων να κάνουν λόγω για ετήσια άνοδο της τάξης του 8% ετησίως για την επόμενη τριετία. Μάλιστα επειδή η εν λόγω αγορά θεωρείται από τις πλέον κατακερματισμένες, τα νέα στοιχεία πολλές φορές διαφοροποιούν τις υπάρχουσες εκτιμήσεις, αναθεωρώντας τα όσα μέχρι τώρα μπορεί να γνωρίζουμε. Πιο συγκεκριμένα οι αναφορές της Nutrition Business Journal, βλέπουν την διεθνή αγορά συμπληρωμάτων διατροφής στα 129 δισ. δολάρια το 2017, ενώ κατά την περσινή χρονιά φαίνεται πως οι πωλήσεις των εν λόγω σκευασμάτων χτύπησαν νέο ρεκόρ ξεπερνώντας τα 137 δισ. δολάρια. Με βάση την πορεία αυτή εκτιμάται ότι το 2020 η αγορά θα φτάσει στα περίπου 158 δις. δολάρια, επιβεβαιώνοντας την εκτίμηση για 180 δισ. δολάρια μέχρι το 2022.

Σύμφωνα επίσης με τις διεθνείς αναφορές, η Ελλάδα φαίνεται από πλευράς ρυθμού ανάπτυξης να είναι μεταξύ των κορυφαίων –μάλιστα κάποιες μετρήσεις τη δείχνουν δεύτερη παγκοσμίως- επειδή βέβαια βρίσκεται σε ιδιαίτερα χαμηλά επίπεδα.
Από την άλλη πλευρά η Ευρώπη συνολικά δεν φαίνεται να ακολουθεί μέχρι σήμερα τον παγκόσμιο ρυθμό ανάπτυξης, με το συνολικό τζίρο των συμπληρωμάτων διατροφής να είναι της τάξης των 16,6 δισ. δολάρια και εκτιμάται ότι το 2020 θα προσεγγίσει τα περίπου 18,4 δισ. δολάρια. Μάλιστα η αγορά των χωρών της Ανατολικής Ευρώπης είναι σημαντικά χαμηλότερη κοντά στα 7,5 δισ. δολάρια, όμως παρουσιάζει εκρηκτικό ρυθμό ανάπτυξης με 10% το χρόνο.

Εστιάζοντας στην Ελλάδα, η αγορά των συμπληρωμάτων διατροφής εκτιμάται ότι παρά την κρίση σημειώθηκε ιδιαίτερα ισχυρή ανάπτυξη. Με βάση μάλιστα τα στοιχεία μελέτης της εταιρείας Στόχασις του 2017, το συνολικό μέγεθος της αγοράς συμπληρωμάτων διατροφής (σε τιμές χονδρικής) υπολογίστηκε στα 264 εκατ. ευρώ το 2016, παρουσιάζοντας Μέσο Ετήσιο Ρυθμό Μεταβολής (ΜΕΡΜ) 9% το διάστημα 2012- 2016 και συνολική θετική μεταβολή κατά 41-42% τα συγκεκριμένα τέσσερα έτη. Μάλιστα η ανάπτυξη αυτή θεωρείται εντυπωσιακή αν αναλογιστεί κανείς ότι τα προϊόντα της κατηγορίας δεν θεωρούνται οικονομικά καθώς μιλάμε για σκευάσματα με τιμές πάνω από ευρώ.

Με το συνολικό αυτό τζίρο ήτοι τα άνω των 250 εκατ. ευρώ, άνθρωποι της αγοράς ίσως να διαφωνούν, καθώς προηγούμενες εκτιμήσεις κάνουν λόγω για περί τα 120 εκατ. ευρώ. Όμως και η εκτίμηση αυτή θα έλεγε κανείς ότι είναι χαμηλή καθώς μόνο τα αποζημιούμενα από τον ΕΟΠΥΥ σκευάσματα ειδικής διατροφή είναι της τάξης των 40 εκατ. ευρώ. Βέβαια σημαντικό κομμάτι αποτελούν και οι κατηγορίες τροφίμων κι όχι μόνο συμπληρωμάτων, αλλά είναι ενδεικτικό ότι για ένα σχετικά περιορισμένο πληθυσμό, ό τζίρος της κατηγορίας είναι υψηλός.
Επίσης είναι ενδεικτικό το γεγονός ότι για το 2017 έχει υπολογιστεί ότι πουλήθηκαν περίπου 13 εκατ. συσκευασίες συμπληρωμάτων με μέση αξία που αν υπολογιστεί στα περίπου 20 ευρώ τότε ο τζίρος φτάνει σε τιμές λιανικής όμως τα 260 εκατ. ευρώ.

Να σημειώσουμε ακόμη ότι με βάση τη μελέτη της Στόχασις το μερίδιο των παραφαρμάκων στα ελληνικά φαρμακεία έχει φτάσει στο 29% το 2017 έναντι 25% το 2012 και μάλιστα το πιο εντυπωσιακό είναι ότι το 37% των παραφαρμάκων είναι τα συμπληρώματα διατροφής έναντι 20% το 2012. Αν υποθέσουμε λοιπόν ότι ο τζίρος των φαρμακείων ξεπερνά τα 4 δις. ευρώ σε τιμές λιανικής τότε τα συμπληρώματα με βάση το παραπάνω μερίδιο είναι πάρα πολύ ψηλά.

Η D «πέρασε» τη C το 2018

Οι δυσκολίες για τον προσδιορισμό του τζίρου άπτονται και στην ευρεία έννοια των συμπληρωμάτων διατροφής όπου ουσιαστικά υπάρχουν πάρα πολλές κατηγορίες. Ένας γενικός διαχωρισμός είναι τα «θεραπευτικά» (medical) συμπληρώματα διατροφής που απευθύνονται σε άτομα για την αντιμετώπιση κάποιας νόσου και τα life style (για το αδυνάτισμα, το δέρμα, μαλλιά κλπ). Οι κατηγορίες που σημείωναν τα προηγούμενα χρόνια σημαντική ανάπτυξη είναι τα θεραπευτικά συμπληρώματα. Για παράδειγμα στην Ελλάδα μεγάλη αγορά της τάξης των 16 εκατ. ευρώ είναι τα Ω3 λιπαρά κι παρουσίασαν άνοδο 24% από το 2017 στο 2018. Τα συμπληρώματα της βιταμίνης D πέρυσι σημείωσαν άνοδο τη τάξης του 30% στα περίπου 8 εκατ. ευρώ και «πέρασε μπροστά» από την πλέον δημοφιλή βιταμίνη C, κάτι που θεωρείται λίγο παράξενο.

Επίσης τα προβιοτικά κινήθηκαν αντίστοιχα ανοδικά με περίπου 30% αλλά και τα παιδικά προβιοτικά με περίπου 14%. Επίσης και τα σκευάσματα με βιταμίνη D για παιδιά κινήθηκαν ανοδικά με ρυθμό πάνω από 30% λόγω της υιοθέτησης κατευθυντήριων γραμμών για χορήγηση βιταμίνης D σε μωρά. Επίσης ραγδαία άνοδο σημείωσαν τα Ω3 για παιδιά η οποία είναι μια μικρή κατηγορία αλλά διπλασιάζεται χρόνο με το χρόνο.
Παράγοντες ζήτησης
Σύμφωνα με εκπροσώπους της αγοράς κατά βάση ένας καταναλωτής λαμβάνει την απόφαση για το πιο συμπλήρωμα θα επιλέξει μέσα στο φαρμακείο. Έτσι η σωστή παρουσία στο ράφι παίζει σημαντικό ρόλο καθώς κάνει ευκολότερη την απόφασή του καταναλωτή και ενισχύει επίσης την επανάληψη της αγοράς αλλά και τη συμπληρωματική πώληση (ένα σκεύασμα σε συνδυασμό με κάποιο άλλο).