Ως μια πολύ σημαντική εξέλιξη που ενισχύει την προσπάθεια της χώρας να στηρίξει, να μεταρρυθμίσει και να καταστήσει βιώσιμο και αποτελεσματικό το Δημόσιο Σύστημα Υγείας χαρακτηρίζει ο Υπουργός Υγείας Ανδρέας Ξανθός την ίδρυση γραφείου του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας στην Ελλάδα, αποτελώντας παράλληλα απόδειξη ότι η χώρα προσεγγίζει το στόχο της συστηματικής και αναβαθμισμένης παρουσίας του Π.Ο.Υ στην Ελλάδα.
Όπως ανέφερε πριν λίγο στην ομιλία του ο Υπουργός, στόχος της συνεργασίας είναι η παροχή της αναγκαίας τεκμηρίωσης και τεχνογνωσίας στην εφαρμογή κρίσιμων μεταρρυθμίσεων που εντάσσονται στο πολιτικό σχέδιο της καθολικής κάλυψης των αναγκών υγείας του πληθυσμού . «Η στρατηγική «Υγεία για όλους» της Αλμα-Άτα πριν από 40 χρόνια, η συνεχής προσπάθεια εξάλειψης των ανισοτήτων στην πρόσβαση, ο σύγχρονος στόχος του ΠΟΥ «να μη μείνει κανείς πίσω», υπηρετούν ένα πρόταγμα Ισότητας και Κοινωνικής Δικαιοσύνης στην Υγεία . Ακριβώς γι’αυτό μας εμπνέουν και μας καθοδηγούν στη στοχοθεσία και στο στρατηγικό σχεδιασμό του Υπουργείου Υγείας που υλοποιείται μέσω της στήριξης, ενδυνάμωσης και «ηθικοποίησης» του Δημόσιου Συστήματος Υγείας».
Ο κ. Ξανθός επεσήμανε ότι «Είναι γεγονός αδιαμφισβήτητο ότι καταφέραμε σε περίοδο μεγάλης και παρατεταμένης οικονομικής κρίσης, να καλύψουμε με καθολικό και ισότιμο τρόπο τους ανασφάλιστους πολίτες της χώρας (που έφτασαν να είναι το 25-30% του πληθυσμού), να σταματήσουμε τις περικοπές στις δημόσιες δαπάνες και να επενδύσουμε στο Σύστημα Υγείας περισσότερους ανθρώπινους και υλικούς πόρους και, κυρίως, να δρομολογήσουμε πολύ σημαντικές μεταρρυθμίσεις που εκκρεμούσαν για χρόνια : νέο μοντέλο Πρωτοβάθμιας Φροντίδας Υγείας και οικογενειακής ιατρικής, ΗΤΑ για τα καινοτόμα φάρμακα, κεντρικοποίηση προμηθειών, θεραπευτικά πρωτόκολλα, Εθνικό Σχέδιο Δράσης για τη Δημόσια Υγεία, ενίσχυση των ΤΕΠ και ολοκληρωμένη διαχείριση των επειγόντων περιστατικών, περιορισμός των «άτυπων πληρωμών» και των «καταστροφικών» δαπανών των πολιτών» .
«Μια πολύ σημαντική προτεραιότητα της πολιτικής υγείας της Ελλάδας τα προηγούμενα χρόνια ήταν η αξιόπιστη και αποτελεσματική υγειονομική φροντίδα των προσφύγων-μεταναστών . Ήταν και παραμένει για μας μια μεγάλη πρόκληση η διαχείριση αυτού του μείζονος κοινωνικού προβλήματος που διχάζει όλη την Ευρώπη, με τρόπο που να σέβεται τις ιδιαίτερες ανάγκες και την αξιοπρέπεια αυτών των πληθυσμών, χωρίς «εκπτώσεις» στα ανθρώπινα δικαιώματα και στους κανόνες του Διεθνούς Δικαίου. Καταφέραμε, με τη συνδρομή των δημόσιων δομών υγείας, του ΚΕΕΛΠΝΟ, του ΕΚΕΠΥ, του ΕΚΑΒ, της ΑΕΜΥ, των έγκυρων ΜΚΟ και πολλών εθελοντών, με την οικονομική στήριξη της ΕΕ και με «εργαλείο» τις κατευθυντήριες οδηγίες του Π.Ο.Υ., να πάρουμε όλα τα αναγκαία μέτρα πρόληψης, επιδημιολογικής επιτήρησης και έγκαιρης παρέμβασης σε περιπτώσεις κρουσμάτων λοιμωδών νοσημάτων . Μπορέσαμε να αντιμετωπίσουμε όχι μόνο τις επείγουσες αλλά σιγά-σιγά και τις πιο ειδικές ανάγκες υγείας των χιλιάδων προσφύγων που ζουν στη χώρα. Δεν επιτρέψαμε να μετατραπεί το προσφυγικό σε πρόβλημα Δημόσιας Υγείας, θωρακίζοντας την κοινωνία μας από την επιρροή ακραίων, ξενοφοβικών, ρατσιστικών και μισαλλόδοξων κραυγών. Αυτό είναι μια μεγάλη συνεισφορά στη Δημοκρατία στη Ελλάδα αλλά και στο ανθρώπινο και αλληλέγγυο πρόσωπο της Ευρώπης, που δυστυχώς παραμένει ζητούμενο και υπό συνεχή αμφισβήτηση» συμπλήρωσε ο υπουργός.