Για ληστρική πολιτική που στερεί το αναφαίρετο δικαίωμα του βιοπορισμού μέσω της άσκησης του επαγγέλματός τους, κάνουν λόγο οι εργαστηριακοί γιατροί Δυτικής Ελλάδας, με αφορμή την έναρξη της μηδενικής ή μειωμένης συμμετοχής ασφαλισμένων του ΕΟΠΥΥ για παρακλινικές εξετάσεις.
Ο Σύνδεσμος Ιδιωτών Εργαστηριακών Ιατρών Δυτικής Ελλάδος (ΣΙΔΕΙΔΕΛ), καταγγέλλει την κυβέρνηση ότι οδηγεί στην οικονομική εξόντωση τα μικρά και μεσαία εργαστήρια και μετατρέπει τους εργαστηριακούς γιατρούς σε οικονομικούς μετανάστες σε χώρες του εξωτερικού.
Όπως αναφέρει χαρακτηριστικά σε σχετική ανοικτή επιστολή διαμαρτυρίας, “Οι ιδιώτες εργαστηριακοί γιατροί από την αρχή της κρίσης και με την εφαρμογή της μνημονιακής πολιτικής στο χώρο της Υγείας έχουμε επωμιστεί βαρύτατο τίμημα. Οι συνεχόμενες περικοπές, οι υποτιμολογήσεις των εξετάσεων ,η επιβολή clawback και rebate με την μετακύλιση των λειτουργικών δαπανών του ΕΟΠΥΥ στον προϋπολογισμό των εργαστηρίων μας, μας έχουν εξαντλήσει οικονομικά.
Ως επιστήμονες και ως πολίτες είμαστε σαφέστατα υπέρ της κοινωνικής πολιτικής στο χώρο της Υγείας, αλλά μιας κοινωνικής πολιτικής που θα βασίζεται στον κρατικό προϋπολογισμό και θα είναι πλήρως αποζημιούμενη προς τους εντολοδόχους παρόχους υγείας. Ειδάλλως γινόμαστε τα θύματα της κοινωνικής και ψηφοθηρικής πολιτικής της εκάστοτε κυβέρνησης η οποία χρησιμοποιεί την δική μας τσέπη για να γίνει αρεστή!”.
Στη συνέχεια παραθέτει τη σημείωση 10 στην απόφαση του νέου ΕΚΠΥ του ΕΟΠΥ, σύμφωνα με την οποία:«Η προαναφερόμενη δαπάνη καλύπτεται από τις εγγεγραμμένες πιστώσεις του προϋπολογισμού του Οργανισμού, ενώ τυχόν επιβάρυνση θα είναι δημοσιονομικά ουδέτερη, διότι αφενός μεν σε περίπτωση υπέρβασης των επιτρεπόμενων ορίων της από ιδιώτες παρόχους, θα αντισταθμιστεί με την ενεργοποίηση του μηχανισμού αυτόματης επιστροφής (clawback) αφετέρου δε στους δημόσιους φορείς (νοσοκομεία ΕΣΥ) συμπεριλαμβάνεται στην απόδοση νοσηλίων που αποτελεί κλειστό ετήσιο προϋπολογισμό. Παράλληλα, σημειώνεται ότι δεν προκαλείται δαπάνη σε βάρος του κρατικού προϋπολογισμού, αποφασίζουμε:»
Επισημαίνει δηλαδή ο Σύνδεσμος, ότι “με άλλα λόγια η όποια ελάφρυνση ή δωρεάν παροχή προς τους ασφαλισμένους θα επιβαρύνουν ξεκάθαρα το εργαστήριο μέσω του clawback!
Φτάνει πια! Η ανοχή μας έφτασε στο τέλος της!”.
Η επιστολή αναφέρει ακόμη τα εξής:
“Με την ληστρική πολιτική σας μας στερείτε πλέον ένα αναφαίρετο δικαίωμά μας, τη δυνατότητα του βιοπορισμού μέσω της άσκησης του επαγγέλματός μας. Οδηγείτε στην οικονομική εξόντωση τα μικρά και μεσαία εργαστήρια και μετατρέπετε τους εργαστηριακούς γιατρούς σε οικονομικούς μετανάστες σε χώρες του εξωτερικού.
Η ποιότητα παροχής υπηρεσιών υγείας δεν μπορεί να βασίζεται σε τιμές αποζημίωσης χαμηλότερες του κόστους των εξετάσεων ή σε μηδενικές τιμές αποζημίωσης όπως ανερυθρίαστα αναφέρεται στο ΦΕΚ.
Δεν διασφαλίζεται η υγεία των πολιτών με την εκτέλεση εξετάσεων χειρίστης ποιότητας, αντίθετα τίθεται σε μεγάλο κίνδυνο και η ευθύνη βαραίνει αυτούσια την ηγεσία του Υπουργείου που την αντιμετωπίζει με έλλειψη σοβαρού σχεδιασμού σαν HAPPY DAY διαρκείας ή περίοδο εκπτώσεων σε σούπερ μάρκετ.
Το Υπουργείο Υγείας έχει αναλάβει ως μνημονιακή δέσμευση την μείωση έως εξάλειψη του clawback με την πάροδο του χρόνου. Είναι αυτή η εφαρμογή του νέου ΕΚΠΥ σύμφωνη με τη δέσμευση, όταν προαναγγέλεται η αύξηση του clawback ως μέσο αντιστάθμισης της προφανέστατης υπέρβασης του κλειστού προϋπολογισμού;
Eμείς ως εργαστηριακοί γιατροί οι οποίοι έχουμε στηρίξει την ΠΦΥ όλα αυτά τα χρόνια για χάρη των ασθενών μας δίνοντας και την τελευταία ικμάδα των αντοχών μας ,αρνούμαστε πλέον να εργασθούμε με όρους τριτοκοσμικής χώρας.
Καλούμε τον Πανελλήνιο Ιατρικό Σύλλογο και όποιον άλλο φορέα εμπλέκεται να παρέμβει προστατεύοντάς μας από την επιβολή νέων εξοντωτικών μέτρων που καθιστούν αδύνατη τη λειτουργία των εργαστηρίων μας”.