Σταθερή παραμένει η κυκλοφορία του ιού του Δυτικού Νείλου στη χώρα, σύμφωνα με τη νέα επιδημιολογική έκθεση του ΕΟΔΥ. Την τελευταία εβδομάδα εντοπίστηκε ακόμη ένα κρούσμα, ανεβάζοντας τον συνολικό αριθμό των περιστατικών στα 94 από την αρχή του 2025, ενώ οι θάνατοι ανέρχονται πλέον σε οκτώ.
Οι περισσότεροι από τους ασθενείς που κατέληξαν ήταν ηλικιωμένοι με επιβαρυμένη υγεία, γεγονός που επιβεβαιώνει την αυξημένη επικινδυνότητα του ιού για τις ευάλωτες ομάδες του πληθυσμού.
Από την αρχή της περιόδου μετάδοσης και έως τις 15 Οκτωβρίου 2025, έχουν επιβεβαιωθεί 94 εγχώρια κρούσματα λοίμωξης. Από αυτά, τα 76 παρουσίασαν εκδηλώσεις από το Κεντρικό Νευρικό Σύστημα – όπως εγκεφαλίτιδα, μηνιγγίτιδα ή οξεία χαλαρή παράλυση – ενώ τα υπόλοιπα 18 εμφάνισαν ήπιες ή καθόλου εκδηλώσεις.
Κατά την ίδια περίοδο έχουν καταγραφεί οκτώ θάνατοι ασθενών με λοίμωξη από τον ιό και επιπλοκές από το ΚΝΣ. Όλοι οι θανόντες ήταν άνω των 65 ετών, με διάμεση ηλικία τα 80 έτη (εύρος 66–86 ετών). Ακόμη ένας θάνατος αποδόθηκε σε διαφορετικό αίτιο και δεν περιλαμβάνεται στον συνολικό απολογισμό.
Ο ΕΟΔΥ επισημαίνει ότι έχουν επίσης εντοπιστεί δύο εισαγόμενα κρούσματα, ένα από τη Σερβία και ένα από την Ιταλία, τα οποία δεν υπολογίζονται στην εγχώρια επιδημιολογική παρακολούθηση.
Η πορεία του ιού παραμένει υπό συνεχή παρακολούθηση, με έμφαση στην ενίσχυση των προγραμμάτων καταπολέμησης κουνουπιών, ιδιαίτερα στις περιοχές όπου έχουν καταγραφεί περιστατικά.
Τρόπος μετάδοσης και μέτρα πρόληψης
Ο ιός του Δυτικού Νείλου μεταδίδεται κυρίως μέσω του τσιμπήματος μολυσμένων κοινών κουνουπιών, τα οποία προσβάλλονται από μολυσμένα πτηνά. Οι άνθρωποι που νοσούν δεν μεταδίδουν τον ιό σε άλλα κουνούπια ή άτομα.
Η πλειονότητα των μολυνθέντων δεν εμφανίζει συμπτώματα ή παρουσιάζει ήπια νόσο, ωστόσο ένα μικρό ποσοστό (λιγότερο από 1%) εκδηλώνει σοβαρές νευρολογικές επιπλοκές, όπως εγκεφαλίτιδα ή μηνιγγίτιδα. Ιδιαίτερα ευάλωτες θεωρούνται οι ηλικίες άνω των 50 ετών, καθώς και τα άτομα με ανοσοκαταστολή ή χρόνια νοσήματα.
Ο ΕΟΔΥ τονίζει ότι η επιδημιολογική επιτήρηση, η έγκαιρη εφαρμογή ολοκληρωμένων προγραμμάτων διαχείρισης κουνουπιών και η προστασία σε ατομικό επίπεδο αποτελούν τα πιο αποτελεσματικά μέτρα πρόληψης και ελέγχου. Για τον λόγο αυτό, απαιτείται εγρήγορση από τους επαγγελματίες υγείας, αλλά και συνεχής ετοιμότητα των τοπικών και εθνικών αρχών.
Ο Οργανισμός συνεχίζει, σε κάθε περίοδο μετάδοσης, την ενισχυμένη επιδημιολογική επιτήρηση, τη διερεύνηση των περιστατικών και τη συνεργασία με τις αρμόδιες αρχές για την άμεση εφαρμογή στοχευμένων μέτρων πρόληψης και απόκρισης.