Τέσσερα σχέδια δωροδοκίας Ελλήνων γιατρών από τη Novartis αναλύει το FBI σε έγγραφο του γραφείου ερευνών του Αμερικανικού υπουργείου Δικαιοσύνης το οποίο εστάλη στην εισαγγελέα Διαφθοράς Ελένη Τουλουπάκη στις 13 Δεκεμβρίου 2017.
Σύμφωνα με το έγγραφο, οι χρηματισμοί γίνονταν μέσω πολυτελών ταξιδιών για συνέδρια, ηλεκτρονικών πάνελ, εικονικών τιμολογίων και απευθείας πληρωμών στους γιατρούς.
Μέσω της θυγατρικής της Sandoz, η εταιρία κάλυπτε στους γιατρούς την εγγραφή σε συνέδρια στο εξωτερικό και τη διαμονή και ψυχαγωγία τους, εφόσον οι ίδιοι αποδέχονταν να συνταγογραφούν περισσότερα σκευάσματα της. Στο πλαίσιο αυτό αναφέρεται αποστολή 50-60 Ελλήνων γιατρών το 2011 σε συνέδριο στη Νέα Υόρκη, με όλα τους τα έξοδα να καλύπτονται από πιστωτική κάρτα της εταιρείας, αλλά και αποστολή 120 γιατρών στο Κιότο της Ιαπωνίας για μια εβδομάδα, όπου παρότι δεν παρακολούθησαν το συνέδριο, πήραν την τελευταία μέρα το πιστοποιητικό παρακολούθησης! Το κόστος για κάθε συμμετέχοντα έφτασε τα 5.000 ευρώ, με τα 2.000 ευρώ να αφορούν στην ψυχαγωγία του. Ο κάθε γιατρός φέρεται να είχε συνταγογραφήσει περισσότερες από 100 φορές για την Novartis.
Τα ηλεκτρονικά πάνελ ήταν το δεύτερο πρόγραμμα ενίσχυσης των συνταγογραφήσεων της εταιρίας μέσω δωροδοκίας γιατρών που επιλέγονταν να συμμετάσχουν επί πληρωμή στη συγκέντρωση πληροφοριών για έρευνα προώθησης. Η εταιρία χρηματοδοτούσε τους γιατρούς με 500 ευρώ για τη συνταγογράφηση 1,5 κουτιού φαρμάκων. Μάλιστα διαχώριζε τους γιατρούς σε φίλους και μη, εισάγοντας κατηγορίες Α, Β και Γ, όπου οι Α ήταν φίλοι, οι Β ενδιάμεσα και οι Γ μη φίλοι. Και επιπλέον, ζήτησε τα τηλέφωνα των ασθενών, για να επιβεβαιώσει ότι πράγματι οι ασθενείς έπαιρναν φάρμακα της Novartis.
Στα τέλη του 2013 η πλατφόρμα των ηλεκτρονικών πάνελ εγκαταλείφθηκε. Οι διευθυντές πωλήσεων της εταιρείας συνέτασσαν λίστες με τους γιατρούς που έπρεπε να πληρωθούν και η καταβολή των χρημάτων γινόταν πλέον απευθείας.
Οι παράνομες πληρωμές προς τους Έλληνες γιατρούς για τη συνταγογράφηση γίνονταν πλέον μέσω του εταιρικού προγράμματος EXACTLY. Τα χρήματα στέλνονταν απευθείας από τα κεντρικά της Novartis στη Βασιλεία της Ελβετίας.
Και επειδή τα αποδεικτικά στοιχεία έπρεπε να καταστραφούν, η Novartis είχε καθιερώσει τις “καθαρές ημέρες” όπου οι εργαζόμενοι έπαιρναν οδηγίες να καταστρέψουν συγκεκριμένα έγγραφα από το εταιρικό πληροφοριακό σύστημα. Στην αρχή ήταν μία φορά τον χρόνο ενώ στη συνέχεια επεκτάθηκαν σε δύο και τρεις. Οι καθαρές μέρες έτρεχαν στην Ελλάδα έως τον Ιούλιο του 2017 και αφορούσαν έγγραφα σχετιζόμενα με πληρωμές γιατρών.