Ο μικρότερος κίνδυνος αποβολής για μια έγκυο είναι μεταξύ των 25-29 ετών

Στις μέρες μας οι γυναίκες κάνουν το πρώτο τους παιδί πέντε χρόνια αργότερα κατά μέσο όρο από ό,τι πριν από τέσσερις δεκαετίες. Αυτό σημαίνει ότι τώρα υπάρχουν περισσότερες γεννήσεις σε γυναίκες άνω των 40 ετών από ό, τι σε έφηβες. Αλλά οι ερευνητές προειδοποιούν ότι αυτό μπορεί να έχει ως αντίκτυπο σοβαρές επιπλοκές και αποβολές.

Μία στις οκτώ γυναίκες αποβάλλει κι αυτό συνήθως συμβαίνει πριν από τις 12 εβδομάδες κύησης.

Στη μελέτη του Νορβηγικού Ινστιτούτου Δημόσιας Υγείας συμμετείχαν 450.000 έγκυοι, την περίοδο 2009-2013. Διαπιστώθηκε ότι ο κίνδυνος αποβολής είναι ελαφρώς αυξημένος στις πολύ νέες εγκύους κάτω των 20 ετών (16%), μειώνεται (στο 10%, δηλαδή πιθανότητα μία στις δέκα) στις γυναίκες ηλικίας από 25 έως 29 ετών και αυξάνεται γρήγορα μετά τα 30, φθάνοντας το 53% (πιθανότητα τουλάχιστον μία στις δύο) για όσες μείνουν έγκυοι σε ηλικία άνω των 45 ετών.

Εκτός από την ηλικία, ο κίνδυνος αποβολής εμφανίζει την τάση επανάληψης στην ίδια γυναίκα (το φαινόμενο των λεγόμενων καθ’ έξιν αποβολών), ενώ αυξάνεται μετά από ορισμένες επιπλοκές της προηγούμενης κύησης. Μετά από μια αποβολή, ο κίνδυνος άλλης μίας αποβολής για την ίδια γυναίκα αυξάνεται κατά 54%, μετά από δύο αποβολές η πιθανότητα νέας αποβολής διπλασιάζεται, ενώ μετά από τρεις διαδοχικές αποβολές ο κίνδυνος μιας τέταρτης είναι τετραπλάσιος.

Σε περίπτωση επιπλοκών στην προηγούμενη εγκυμοσύνη, που οδήγησαν σε θνησιγένεια, πρόωρο τοκετό, καισαρική ή διαβήτη κύησης, αυξάνεται ο κίνδυνος αποβολής στην επόμενη εγκυμοσύνη.

Αν και η αιτία των περισσότερων αποβολών παραμένει άγνωστη, εκτιμάται ότι αυτές οφείλονται σε μια πολύπλοκη αλληλεπίδραση γενετικών, ορμονικών, ανοσολογικών, περιβαλλοντικών και άλλων παραγόντων.