Νέα έρευνα: Πώς η καλή ενυδάτωση μπορεί να μειώσει τον κίνδυνο καρδιακής ανεπάρκειας

Η διατήρηση επαρκούς ενυδάτωσης του οργανισμού κατά την διάρκεια της ζωής μπορεί να ελαττώσει τον κίνδυνο ανάπτυξης καρδιακής ανεπάρκειας, σύμφωνα με έρευνα που παρουσιάστηκε στο συνέδριο της Ευρωπαϊκής Καρδιολογικής Εταιρείας.

«Η έρευνα μας υποδεικνύει το γεγονός, πως η καλή ενυδάτωση μπορεί να προλάβει ή έστω να επιβραδύνει τις μεταβολές στην καρδιά που μπορούν να οδηγήσουν σε καρδιακή ανεπάρκεια» αναφέρει η συγγραφέας της μελέτης, Dr. Natalia Dmitrieva, Εθνικό Ινστιτούτου καρδιάς, πνευμόνων και αιματολογίας, μέλος του Εθνικού Ινστιτούτου Υγείας, Bethesda, US. «Σύμφωνα με τα ευρήματα, πρέπει να έχουμε σοβαρά υπόψιν το επίπεδο ενυδάτωσης και τον όγκο υγρών, που καταναλώνουμε καθημερινά και να δρούμε άμεσα, αν παρατηρήσουμε ότι η ποσότητα αυτή είναι μικρή» προσθέτει.

Φυσιολογικά, συστήνεται η πρόσληψη 1,6-2,1 λίτρων νερού ημερισίως για τις γυναίκες και 2-3 λίτρα για τους άνδρες. Ωστόσο, σύμφωνα με έρευνες σε παγκόσμιο επίπεδο, οι περισσότεροι άνθρωποι δεν καταναλώνουν ούτε την ελάχιστη απαιτούμενη ποσότητα υγρών. Το επίπεδο ενυδάτωσης μπορεί να αξιολογηθεί από τα επίπεδα νατρίου στο αίμα: όταν το άτομο καταναλώνει λιγότερα υγρά, τότε η συγκέντρωση του νατρίου αυξάνεται. Ως αποτέλεσμα, ο οργανισμός κατακρατεί υγρά, μία διαδικασία η οποία μακροπρόθεσμα έιναι γνωστό πως συσχετίζεται με την ανάπτυξη καρδιακής ανεπάρκειας.

Η Dr. Dmitrieva ανέφερε σχετικά: «Είναι λογικό να θεωρήσουμε ότι η ενυδάτωση και τα επίπεδα νατρίου μεταβάλλονται μέρα με την μέρα ανάλογα με το πόσα υγρά καταναλώνουμε καθημερινά. Ωστόσο, η συγκέντρωση του νατρίου παραμένει σχετικά σταθερή μέσα σε ένα στενό εύρος τιμών για μεγάλες χρονικές περιόδους, γεγονός που πιθανότητα σχετίζεται με την κατανάλωση υγρών».

Κατά την μελέτη, εξετάστηκε το κατά πόσο η συγκέντρωση νατρίου στην μέση ενήλικο ζωή, μπορεί να αποτελέσει δείκτη για την ανάπτυξη καρδιακής ανεπάρκειας μετά από 25 χρόνια. Οι ερευνητές επίσης διερεύνησαν τη σχέση μεταξύ της ενυδάτωσης και της πάχυνσης των τοιχωμάτων της αριστερής κοιλίας  (υπερτροφία) που αποτελεί σημαντικό δείκτη καρδιακής ανεπάρκειας.

Στην έρευνα συμμετείχαν 15,792 ενήλικες, ηλικίας 44-66 ετών και αξιολογήθηκαν σε περισσότερες από 5 επισκέψεις, έως την ηλικία των 70-90 ετών. Χωρίστηκαν σε 4 ομάδες, με βάση την μέση συγκέντρωση ιόντων νατρίου (135–139.5, 140–141.5, 142–143.5, and 144–146 mmol/l). Για κάθε ομάδα οι ερευνητές εξέτασαν τον αριθμό εκείνων που ανέπτυξαν τελικά μετά από 25 έτη (στην 5η επίσκεψη τους) καρδιακή ανεπάρκεια και υπερτροφία της αριστερής κοιλιάς.

Η υψηλότερη συγκέντρωση νατρίου στον ορό στη μέση ζωή συνδέθηκε τόσο με καρδιακή ανεπάρκεια όσο και με υπερτροφία της αριστερής κοιλίας 25 χρόνια αργότερα. Το νάτριο του ορού παρέμεινε σημαντικά συνδεδεμένο με την καρδιακή ανεπάρκεια και την υπερτροφία της αριστερής κοιλίας μετά την προσαρμογή σε άλλους παράγοντες που σχετίζονται με την ανάπτυξη καρδιακής ανεπάρκειας: ηλικία, αρτηριακή πίεση, νεφρική λειτουργία, χοληστερόλη αίματος, γλυκόζη αίματος, δείκτη μάζας σώματος, φύλο και κάπνισμα. Για κάθε 1 mmol/l αύξηση της συγκέντρωσης νατρίου στον ορό στη μέση ηλικία, οι πιθανότητες ανάπτυξης υπερτροφίας της αριστερής κοιλίας και καρδιακής ανεπάρκειας ήταν αντίστοιχα αυξημένες κατά 1,20 και 1,11, 25 χρόνια αργότερα.

Οι κίνδυνοι τόσο της υπερτροφίας της αριστερής κοιλίας όσο και της καρδιακής ανεπάρκειας στην ηλικία των 70 έως 90 ετών άρχισαν να αυξάνονται όταν το νάτριο στον ορό ξεπέρασε τα 142 mmol/l στη μέση ηλικία.

Η Δρ Dmitrieva δήλωσε: «Τα αποτελέσματα υποδηλώνουν ότι η καλή ενυδάτωση καθ ‘όλη τη διάρκεια της ζωής μπορεί να μειώσει τον κίνδυνο ανάπτυξης υπερτροφίας της αριστερής κοιλίας και καρδιακής ανεπάρκειας. Επιπλέον, η διαπίστωσή μας ότι το νάτριο στον ορό που υπερβαίνει τα 142 mmol/l αυξάνει τον κίνδυνο ανεπιθύμητων ενεργειών στην καρδιά μπορεί να βοηθήσει στον εντοπισμό ατόμων που θα μπορούσαν να επωφεληθούν από την αξιολόγηση του επιπέδου ενυδάτωσής τους. Αυτό το επίπεδο νατρίου θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί από ιατρούς κατά τη διάρκεια τακτικών φυσικών εξετάσεων για τον εντοπισμό ατόμων των οποίων η συνήθης πρόσληψη υγρών πρέπει να εκτιμηθεί».

ενυδάτωσηκαρδιαγγειακά νοσήματαfront-stories