Τι κοινό έχει η κατάθλιψη με τις καρδιακές παθήσεις

Το κοινό κρύβεται στη φλεγμονή, δηλαδή στην απάντηση του οργανισμού σε αρνητικούς περιβαλλοντικούς παράγοντες, όπως το άγχος.

Ενώ, λοιπόν, η φλεγμονή είναι απαραίτητη για την καταπολέμηση μιας λοίμωξης, η χρόνια φλεγμονή – που μπορεί να προκύψει από άγχος και από παράγοντες του τρόπου ζωής, όπως το κάπνισμα, η υπερβολική κατανάλωση αλκοόλ, η σωματική αδράνεια και η παχυσαρκία – είναι επιβλαβής.

Η σχέση ανάμεσα στην καρδιακή νόσο και στην κατάθλιψη είναι καλά τεκμηριωμένη. Τα άτομα που υπέστησαν καρδιακό επεισόδιο, διατρέχουν σημαντικά υψηλότερο κίνδυνο να εμφανίσουν κατάθλιψη. Ωστόσο οι επιστήμονες δεν ήταν σε θέση να προσδιορίσουν εάν αυτό οφείλεται στα δύο προβλήματα υγείας, που μοιράζονται κοινούς γενετικούς παράγοντες ή αν κοινοί περιβαλλοντικοί παράγοντες δημιουργούν αυτήν την συσχέτιση.

“Είναι πιθανό οι καρδιακές παθήσεις και η κατάθλιψη να μοιράζονται κοινούς υποκείμενους βιολογικούς μηχανισμούς, οι οποίοι εκδηλώνονται ως δύο διαφορετικές καταστάσεις σε δύο διαφορετικά όργανα – στο καρδιαγγειακό σύστημα και στον εγκέφαλο”, εξηγεί ο Dr Golam Khandaker από το Πανεπιστήμιο Cambridge.

“Η έρευνά μας δείχνει ότι η φλεγμονή θα μπορούσε να είναι ένας κοινός μηχανισμός για αυτές τις δυο συνθήκες”.

Σύμφωνα με όσα αναφέρει το περιοδικό Molecular Psychiatry, οι ερευνητές μελέτησαν δεδομένα από 370.000 μεσήλικες στη Βρετανία.

Αρχικά η ομάδα εξέτασε αν το οικογενειακό ιστορικό στεφανιαίας νόσου σχετίζεται με κίνδυνο μείζονος κατάθλιψης. Διαπιστώθηκε ότι οι άνθρωποι που ανέφεραν ότι τουλάχιστον ο ένας γονέας τους έχασε τη ζωή του από καρδιακή νόσο, είχαν 20% περισσότερες πιθανότητες να αναπτύξουν κατάθλιψη σε κάποια φάση της ζωής τους.

Έπειτα οι ερευνητές υπολόγισαν ένα γενετικό ποσοστό κινδύνου για στεφανιαία νόσο – μια μέτρηση της συμβολής των διαφόρων γονιδίων, που είναι γνωστό ότι αυξάνουν τον κίνδυνο καρδιακών παθήσεων.

Η καρδιακή νόσος είναι μια αποκαλούμενη «πολυγενής» ασθένεια. Με άλλα λόγια προκαλείται όχι από μία γενετική παραλλαγή, αλλά από έναν μεγάλο αριθμό γονιδίων, που το καθένα αυξάνει τις πιθανότητες ενός ατόμου να αναπτύξει καρδιακή νόσο σε ένα μικρό ποσοστό.

Αντίθετα από το οικογενειακό ιστορικό, ωστόσο, οι ερευνητές δεν βρήκαν ισχυρή συσχέτιση μεταξύ της γενετικής προδιάθεσης για καρδιακές παθήσεις και της πιθανότητας εμφάνισης κατάθλιψης.

Αυτά τα αποτελέσματα μαζί υποδηλώνουν ότι η σχέση μεταξύ της καρδιακής νόσου και της κατάθλιψης δεν μπορεί να εξηγηθεί από μια κοινή γενετική προδιάθεση στις δύο ασθένειες. Αυτό σημαίνει ότι κάτι σχετικά με το περιβάλλον ενός ατόμου – όπως οι παράγοντες κινδύνου, στους οποίους εκτίθενται – όχι μόνο αυξάνει τον κίνδυνο καρδιακών παθήσεων, αλλά ταυτόχρονα αυξάνει και τον κίνδυνο κατάθλιψης.

Στο επόμενο στάδιο της έρευνας οι επιστήμονες διαπίστωσαν ότι τα τριγλυκερίδια και οι σχετιζόμενες με τη φλεγμονή πρωτεΐνες IL-6 και CRP ήταν, επίσης, παράγοντες κινδύνου για κατάθλιψη. Πρόκειται για φλεγμονώδεις δείκτες, που παράγονται ως απόκριση σε επιβλαβή ερεθίσματα, όπως λοίμωξη, άγχος ή κάπνισμα.