Οι αδύνατοι έχουν γενετικό πλεονέκτημα, δεν είναι “ηθικά ανώτεροι”, λέει μεγάλη μελέτη

Τα ευρήματα της μεγάλης, πρωτοποριακής μελέτης του Πανεπιστημίου Cambridge δημοσιεύθηκαν στο επιστημονικό περιοδικό PLOS Genetics.

Οι ερευνητές επικεντρώθηκαν σε υγιείς ενήλικες με χαμηλό δείκτη μάζας σώματος (ΔΜΣ), για να διαπιστώσουν ότι ο αντίκτυπος της γενετικής στο μέγεθος του σώματος είναι μεγαλύτερος από ό, τι είχε προηγουμένως θεωρηθεί.

Τα αποτελέσματα εξηγούν γιατί παρατηρούνται διακυμάνσεις στο βάρος μεταξύ ανθρώπων, οι οποίοι μοιράζονται το ίδιο περιβάλλον, κάνουν καθιστική ζωή και προσλαμβάνουν πολλές θερμίδες.

Η μελέτη εξέτασε 1.622 αδύνατους και υγιείς εθελοντές με ΔΜΣ όχι μικρότερο του 18, κάτι που συνέβη για πρώτη φορά.

Από δείγματα σάλιου η ομάδα έκανε ανάλυση DNA, που αποκάλυψε περιοχές του γονιδιώματος άγνωστες μέχρι σήμερα, που σχετίζονται με το να είναι κάποιος λεπτός και υγιής. Παράλληλα η σύγκριση με 1.985 σοβαρά παχύσαρκα άτομα εμφάνισε κάποια πρόσθετα γονίδια, που σχετίζονται με τον χαμηλό έλεγχο βάρους.

Η επικεφαλής της μελέτης, καθηγήτρια Sadaf Farooqi, δήλωσε σχετικά: “Είναι εύκολο να βιαστούμε να κρίνουμε ανθρώπους για το βάρος τους, αλλά η επιστήμη δείχνει ότι τα πράγματα είναι πολύ πιο πολύπλοκα. Ελέγχουμε πολύ λιγότερο το βάρος μας από όσο θέλουμε να σκεφτόμαστε”.

Μέχρι τώρα πολυάριθμες μελέτες έχουν εξετάσει σε βάθος τη γενετική της παχυσαρκίας, αλλά λίγες έχουν επικεντρωθεί στους ανθρώπους στο άλλο άκρο της κλίμακας του ΔΜΣ. Τα νέα συμπεράσματα μεταθέτουν σημαντικά τη συζήτηση σχετικά με τα αίτια της υγιούς λεπτότητας προς την κληρονομικότητα και μακριά από τους παράγοντες του τρόπου ζωής.

Οι επιστήμονες του Cambridge δήλωσαν ότι τα δεδομένα τους θα μπορούσαν, επίσης, να θέσουν γενετικούς στόχους για μελλοντικές φαρμακευτικές θεραπείες, για την καταπολέμηση της παχυσαρκίας.

“Αυτή η έρευνα δείχνει για πρώτη φορά ότι οι υγιείς άνθρωποι είναι γενικά λεπτοί, επειδή δεν τους “βαραίνει” η κληρονομικότητα με γονίδια, που αυξάνουν τις πιθανότητες ενός ατόμου να είναι υπέρβαρο και όχι επειδή είναι ηθικά ανώτεροι, όπως μερικοί άνθρωποι θέλουν να πιστεύουν”, κατέληξε η επικεφαλής ερευνήτρια.