Αλλαγές στη φαρμακευτική πολιτική με “βαρίδι” το clawback

Υπό το βάρος του clawback και των λοιπών ανυπέρβλητων υποχρεωτικών επιστροφών, η φαρμακοβιομηχανία συνολικά, θέτει θέμα συνυπευθυνότητας του κράτους στην υπέρβαση της φαρμακευτικής δαπάνης, προκειμένου οι επιχειρήσεις να αντέξουν τις πιέσεις που υφίστανται.

Το θέμα αποτέλεσε το επίκεντρο των δηλώσεων, αλλά και των συζητήσεων που έγιναν κατά την εκδήλωση κοπής της πίττας του Συνδέσμου Φαρμακευτικών Επιχειρήσεων Ελλάδας (ΣΦΕΕ), παρουσία του υπουργού Υγείας Ανδρέα Ξανθού.

Κατά την ομιλία του, ο υπουργός επεσήμανε ότι το τοπίο στον χώρο του φαρμάκου αλλάζει με σταθερά βήματα, σημειώνοντας ότι «Στο νέο μεταμνημονιακό περιβάλλον, διορθώνουμε στρεβλώσεις που δημιουργήθηκαν λόγω των οριζόντιων μέτρων, συγκροτούμε ένα πιο σταθερό, προβλέψιμο και βιώσιμο πλαίσιο στον χώρο του φαρμάκου και θωρακίζουμε το σύστημα».

Παράλληλα, έκανε λόγο για διαφάνεια στην τιμολόγηση, για τους μηχανισμούς αξιολόγησης και διαπραγμάτευσης για τις νέες τεχνολογίες υγείας, για τα σύγχρονα πρωτόκολλα, την εκπόνηση μητρώων, τη δημοσιοποίηση δεδομένων στα ιατρικά συνέδρια και την κανονικότητα στις πληρωμές.

Ο Ανδρέας Ξανθός, δεν απέφυγε να αναφερθεί στην υπέρβαση της φαρμακευτικής δαπάνης και του αυξημένου clawback και παραδεχόμενος το πρόβλημα επεσήμανε πως υπάρχει ανάγκη επιτάχυνσης στην εφαρμογή των διαρθρωτικών μέτρων για τον εξορθολογισμό της ζήτησης και τον έλεγχο της δαπάνης, αλλά και σταδιακή ενίσχυση των κλειστών προϋπολογισμών.
Σημείωσε ότι το πρώτο βήμα γίνεται φέτος, με τη διάθεση επιπλέον 45 εκατ. ευρώ στο νοσοκομειακό φάρμακο που θα επιδράσει θετικά κατανομή του clawback.
Παράλληλα, μίλησε για αλλαγή «μίγματος» στην τιμολογιακή πολιτική, τονίζοντας ότι το νέο πλαίσιο είναι αποδεκτό από τη φαρμακοβιομηχανία και από τη μεταμνημονιακή επιτήρηση των «θεσμών».

Υπογράμμισε όμως ότι «κρίσιμη προτεραιότητα είναι η σταδιακή μείωση της οικονομικής επιβάρυνσης των πολιτών με τελικό στόχο την εγγυημένη πρόσβασή τους σε κάθε ιατρικά τεκμηριωμένη θεραπεία με το μικρότερο δυνατό κόστος».

Ο ΣΦΕΕ
Από την πλευρά του ο πρόεδρος του ΣΦΕΕ Ολύμπιος Παπαδημητρίου, στην ομιλία του ανέφερε ότι ο κλάδος του φαρμάκου ήδη συμβάλλει καθοριστικά στην επίτευξη των εθνικών στόχων, καθώς αποτελεί έναν από τους σημαντικότερους πυλώνες της Εθνικής Οικονομίας με συμβολή 3,5% στο ακαθάριστο εγχώριο προϊόν (ΑΕΠ), υποστηρίζει 26.000 άμεσες και πολλαπλάσιες έμμεσες θέσεις εργασίας και αντιπροσωπεύει το 18% των συνολικών δαπανών για έρευνα και ανάπτυξη. Ταυτόχρονα αποτελεί την τρίτη εξαγωγική δύναμη της χώρας.

Βασικό εμπόδιο στην περαιτέρω συμβολή του κλάδου στην οικονομική ανάπτυξη της χώρας αποτελεί η έως τώρα εφαρμοζόμενη πολιτική.
Την χρονιά που πέρασε αναλώθηκε χρόνος για την ανακατανομή του clawback και την αύξηση του rebate, ενώ το επίκεντρο θα έπρεπε να είναι η συγκράτηση της υπέρβασης της φαρμακευτικής δαπάνης, η οποία αποδίδεται στη φαρμακοβιομηχανία ανεξάρτητα αν αυξάνονται οι ανάγκες του πληθυσμού ή αν άλλοι παράγοντες που καθοδηγούν τη δαπάνη ελέγχονται πλημμελώς.

Σαν κατάληξη, οι υποχρεωτικές επιστροφές κι εκπτώσεις θα ξεπεράσουν για το 2018 το €1,4 δις (έναντι €1,2 δις το 2017). Η συνεισφορά του κλάδου στη συνολική δαπάνη είναι πάνω από 35% ή αλλιώς 4 φορές πάνω από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο.

“Οι υπερβολικές χρεώσεις σε συνδυασμό με τα οριζόντια μέτρα, έχουν εξαντλήσει τις δυνατότητες των εταιριών, δεν υπάρχει άλλη αντοχή. Σας διαβεβαιώνω ότι πολλές εταιρίες – διεθνείς και ελληνικές – δεν θα μπορούν να πληρώσουν τις υπέρογκες επιβαρύνσεις”, είπε ο κ. Παπαδημητρίου.

Αναφερόμενος στο clawback σημείωσε πως μόνο για την κατηγορία φαρμάκων 1Α που διακινούνται μέσω ΕΟΠΥΥ, για το α΄ εξάμηνο του 2018 με μια δαπάνη € 27.900 εκατ. η υπέρβαση έφτασε τα € 50 εκατ.
Και διερωτήθηκε: “Είναι δυνατόν να ζητείται επιστροφή που αγγίζει το 70%;
Είναι δυνατόν να περιμένουμε να μείνουν φάρμακα στην αγορά με αυτές τις συνθήκες; Είναι δυνατόν να καταλογίζουμε την ευθύνη στις εταιρείες για ό,τι μπορεί να συμβεί;
Το ότι εστάλησαν τα σημειώματα αυτά, μάλλον δείχνει ότι δεν υπάρχει μεγάλη επαφή με τον ρεαλισμό.

Την ίδια στιγμή σχεδιάζεται η «τιμωρία» της ανάπτυξης επιβαρύνοντας με το 25% του clawback (αντί για 10% που ισχύει σήμερα) τις εταιρείες που αναπτύσσονται. Έτσι επιβραβεύουμε την καινοτομία; Η οικονομική πίεση μαζί με την έλλειψη προβλεψιμότητας διαλύουν το σχεδιασμό των εταιρειών, το προσωρινό λογιστικό όφελος για το κράτος εκμηδενίζει τις προοπτικές ανάπτυξης, τις νέες επενδύσεις στον κλάδο, την δημιουργία νέων θέσεων εργασίας.
Και τελικά ο μεγάλος χαμένος είναι η πραγματική οικονομία.
Και μαζί της οι ασθενείς και οι εργαζόμενοι και συνεργαζόμενοι με τον κλάδο μας”.

Το 2019 πρέπει να είναι η χρονιά που θα γίνουν αφενός κινήσεις για τον εξορθολογισμό της δημόσιας φαρμακευτικής δαπάνης, αφετέρου θα υλοποιηθούν ουσιαστικά διαρθρωτικά μέτρα που θα ελέγξουν τη ζήτηση. Ίσως μάλιστα ο πιο πρακτικός τρόπος για να συμβούν αυτά είναι να εισαχθεί η έννοια της συνυπευθυνότητας στην υπέρβαση της δαπάνης. Έτσι θα πάψει να διαφαίνεται προβληματική η πρόσβαση των ασθενών στα φάρμακά τους, και πολύ περισσότερο στα μελλοντικά φάρμακα, ενώ οι εταιρίες μας θα εξέλθουν από την τροχιά αποεπένδυσης στην οποία βρίσκονται.

Η ΠΕΦ
Από την πλευρά της Πανελλήνιας Ένωσης Φαρμακοβιομηχανίας (ΠΕΦ), ο πρόεδρος Θεόδωρος Τρύφων υπογράμμισε ότι φέτος είναι η πρώτη χρονιά που υπάρχει μεγαλύτερη δυνατότητα κινήσεων και αποφάσεων και ήδη έχουν αποφασιστεί και νομοθετηθεί αρκετά, όμως η εφαρμογή τους καθυστερεί σημαντικά, ενδεχομένως γιατί δεν υπάρχει η απαιτούμενη κουλτούρα.
Σημείωσε ότι προωθούνται σημαντικές αλλαγές, όπως η μία ανατιμολόγηση το χρόνο και ο νέος νόμος για την τιμολόγηση, όμως δεν υπάρχει άλλο χρονικό περιθώριο. Οι επιβαρύνσεις προς τις φαρμακευτικές – οι οποίες απασχολούν Έλληνες, είτε είναι ελληνικές, είτε ξένες – τις αναγκάζουν να συρρικνωθούν και να αφήσουν πίσω αναπτυξιακά ή επενδυτικά προγράμματα, όταν οι υποχρεωτικές επιστροφές ξεπερνούν το 40%. Ήδη προχθές ήρθαν ειδοποιήσεις επιστροφής για μία μόνο κατηγορία φαρμάκων, και οι οποίες κυμαίνονται στο 65-70%. Φάρμακα των 5-7 ευρώ, είμαστε η μοναδική χώρα όπου πληρώνουν επιστροφές της τάξης του 30-35%. Με τα ποσοστά αυτά πλήττεται η βιωσιμότητα των επιχειρήσεων, και μπορεί σε προτεραιότητα να τίθενται οι ασθενείς, (από τους τρεις πυλώνες που καλύπτουν τη φαρμακευτική δαπάνη – κράτος, βιομηχανία, ασθενείς, όπου οι τελευταίοι θεωρούνται συνήθως ο “αδύναμος κρίκος” – όμως η βιομηχανία διέρχεται μια πολύ δύσκολη περίοδο και σήμερα, οι εταιρίες είναι αυτές που δεν αντέχουν.
Ο ασθενείς έχει δυνατότητα σήμερα και θα έχει περισσότερες σε έξι μήνες – ένα χρόνο, με τα γενόσημα και τα βιο-ομοειδή, να μειώσει τη συμμετοχή του. Το κράτος, κατευθύνει τα χρήματα σε κάποιες κατηγορίες, δημιουργούνται πλεονάσματα, όμως για τις εταιρίες το σήμερα είναι κομβικό. Δεν υπάρχουν άλλα χρονικά περιθώρια. Δημιουργούνται νέες υπερχρεωμένες επιχειρήσεις.
Ο κ. Τρύφων ανέφερε ότι ενδεχομένως ο κλάδος να μην έχει πείσει για το μέγεθος του προβλήματος, εντούτοις είναι υπαρκτό και πρότεινε να τεθεί θέμα συνυπευθυνότητας του κράτους στην υπέρβαση της φαρμακευτικής δαπάνης, ώστε να βρεθεί ένα επίπεδο για τις επιστροφές, που να είναι βιώσιμο και λειτουργικό.

Η ΝΔ
Εκ μέρους της Ν.Δ. ο Β. Οικονόμου εκτίμησε πως η υγεία και η φαρμακευτική πολιτική είναι σε οριακό επίπεδο. Το φάρμακο, τόνισε, είναι στοιχείο προστασίας της δημόσιας υγείας και σαφέστατα πρέπει να υπάρχει πρόσβαση του κάθε πολίτη στα καινούργια φάρμακα, ανεξαρτήτως κόστους.

Η ΔΗΣΥ
Χαιρετίζοντας ο βουλευτής της Δημοκρατικής Συμπαράταξης Κώστας Μπαργιώτας είπε ότι το ΕΣΥ έχει μετατραπεί σε προνοιακού τύπου σύστημα, που η μεσαία τάξη πληρώνει την υγεία από την τσέπη της και τα φτωχότερα στρώματα δέχονται χαμηλής ποιότητας υπηρεσίες.