Καλπάζουν οι εμβολιασμοί, όμως ο κορονοϊός καιροφυλαχτεί

Μόλις 7 στους 10 Έλληνες εκτιμάται ότι είναι απόλυτα ασφαλείς απέναντι στον κορονοϊό, σε μία περίοδο που το άνοιγμα δραστηριοτήτων αναμένεται να αυξήσει την περαιτέρω διασπορά του. Η Κυβέρνηση έχει καταφέρει να αναπτύξει ταχύτατους ρυθμούς εμβολιασμού των πολιτών της χώρας, καθώς το τελευταίο διάστημα χορηγούνται περισσότερες από 110 χιλιάδες δόσεις εμβολίων ημερησίως. Πρόλ’ αυτά δεν φαίνεται να προλαβαίνει την νέα έξαρση που αναμένεται να εκδηλωθεί άμεσα λόγω της αύξηση της κινητικότητας του πληθυσμού το προηγούμενο διάστημα.

Η εμβολιαστική κάλυψη διαπιστώνεται αρκετά χαμηλή και σε συνδυασμό με τη φυσική ανοσία που έχουν αποκτήσει όσα άτομα έχουν νοσήσει, εκτεθειμένοι στον ιό εξακολουθούν να είναι οι 7 στους 10 Έλληνες, όπως σημειώσαμε. Το γεγονός αυτό σε συνδυασμό με την αύξηση της κινητικότητας μπορεί να οδηγήσει σε νέα έξαρση της επιδημίας και πιθανότατα σε νέο ρεκόρ κρουσμάτων.

Σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία, πλήρως εμβολιασμένοι είναι 1,3 εκατομμύρια πολίτες. Επίσης εκτιμάται ότι περί τους 500-600 χιλιάδες εξακολουθούν να διατηρούν φυσική ανοσία επειδή νόσησαν κατά το προηγούμενο εξάμηνο. Από κει και πέρα 1,3 εκατομμύρια έχουν κάνει μόνο μία δόση και από αυτούς μια σχετικά καλή ανταπόκριση έναντι του ιού έχει το 1 εκατομμύριο.

Από τα παραπάνω συνεπάγεται ότι τουλάχιστον το 55% του ελληνικού πληθυσμού δεν έχει καθόλου αντισώματα έναντι του ιού ενώ εκτεθειμένοι απέναντι στη νόσο είναι οι 7 στους 10 πολίτες.

Όπως σημείωσε κατά τη χθεσινή ενημέρωση σχετικά με την πορεία των εμβολιασμών ο Γενικός Γραμματέας Πρωτοβάθμιας Φροντίδας Υγείας, Μάριος Θεμιστοκλέους, μέχρι στιγμής περισσότερα από 4 εκατομμύρια άτομα έχουν χρησιμοποιήσει το ψηφιακό μας σύστημα και είτε έχουν πλήρως εμβολιαστεί, είτε έχουν εμβολιαστεί με μία δόση, είτε έχουν προγραμματίσει το ραντεβού τους. Το νούμερο αυτο επιβεβαιώνει λοιπόν τη σημαντικά μειωμένη εμβολιαστική κάλυψη.

Εμβολιασμοί ανά ηλικία
Μάλιστα αυτό φαίνεται και από τα στοιχεία σχετικά με τα ποσοστά συμμετοχής των ηλικιακών ομάδων. Συνολικά στην κατηγορία των 60 ετών και άνω, το 58% έχει εμβολιαστεί τουλάχιστον με μία δόση και το ποσοστό αυτό θα ανέρθει στο 73% αν συμπεριλάβουμε και τα ραντεβού. Διαπιστώνουμε λοιπόν ότι περίπου οι μισοί πολίτες από αυτή την κρίσιμη ηλικιακή ομάδα κινδυνεύουν να νοσήσουν.

Πιο αναλυτικά, για την ηλικιακή ομάδα 85 και άνω, το ποσοστό το οποίο έχει ήδη εμβολιαστεί είναι στο 63%. Αυτά τα ποσοστά τα πρώτα είναι με τουλάχιστον μία δόση και με τα ραντεβού φτάνει στο 68%.

Στην ηλικιακή ομάδα 80 – 84 το ποσοστό αυτό είναι στο 64% και θα ανέλθει στο 69% με τα ραντεβού. Στην ηλικιακή ομάδα 75 – 79, αυτή είναι η καλύτερη ηλικιακή ομάδα από πλευράς συμμετοχής, το 73% έχει εμβολιαστεί τουλάχιστον με μία δόση και το ποσοστό αυτό θα ανέλθει στο 80% εάν συμπεριλάβουμε και τα ραντεβού.

Στην ηλικιακή ομάδα 70 – 74 έχουν εμβολιαστεί με τουλάχιστον μία δόση το 59% και το ποσοστό αυτό θα ανέλθει στο 75% με τα ραντεβού. Στους 65– 69 με την πρώτη δόση το 42% και με τα κλεισμένα ραντεβού το ποσοστό αυτό ανέρχεται στο 75%.

Η ηλικιακή ομάδα 60 – 64 έχει εμβολιαστεί με την πρώτη δόση το 54% και μαζί με τα κλεισμένα ραντεβού το ποσοστό αυτό ανέρχεται στο 68%.

Στην ηλικιακή ομάδα 55 – 59 έχει εμβολιαστεί με την πρώτη δόση το 23% και μαζί με τα κλεισμένα ραντεβού το ποσοστό αυτό θα ανέλθει στο 62%

Στην ηλικιακή ομάδα 50 – 54 έχει εμβολιαστεί με την πρώτη δόση το 17% και μαζί με τα κλεισμένα ραντεβού το ποσοστό θα ανέλθει στο 57%. Η τελευταία ηλικιακή ομάδα που έχουμε ανοίξει πριν μία εβδομάδα περίπου, το Μ. Σάββατο, είναι η ομάδα 45 – 49, έχει ήδη εμβολιαστεί το 11% με τουλάχιστον μία δόση και το ποσοστό θα ανέλθει στο 50% αν συνυπολογίσουμε και τα ραντεβού.

Ο κ. Θεμιστοκλέους ανέφερε ακόμη ότι η Ελλάδα βρίσκεται στην 10η θέση στους 27 της ΕΕ όσον αφορά τους πλήρως εμβολιασμένους πολίτες και πάνω από τον μέσο όρο όσον αφορά τον καθημερινό, τον ημερήσιο αριθμό εμβολιασμών ανά 100 κατοίκους. Βρίσκεται δε στην 21η από τους 27 όσον αφορά τον εμβολιασμό με τουλάχιστον μια δόση. “Αυτό οφείλεται σε συγκεκριμένους λόγους που κυρίως έχουν να κάνουν με ότι το εμβόλιο της AstraZeneca έχει πιο υψηλή απορροφητικότητα σε κάποιες χώρες σε σχέση με την δική μας. Ο σημαντικότερος λόγος είναι αυτός. Άρα η Ελλάδα στους βασικούς δείκτες βρίσκεται πάνω από τον μέσο όρο της Ευρωπαϊκής Ένωσης”, επεσήμανε.

Μάριος Θεμιστοκλέουςεμβολιασμοίκορονοϊόςεμβόλιο κοροναϊού