Καρκίνος: Καθυστερημένη διάγνωση και με συντριπτικές οικονομικές επιπτώσεις

Τυχαία ανακαλύπτεται ο καρκίνος στη χώρα μας, καθώς το 53% των διαγνώσεων γίνεται κατά τη διερεύνηση κάποιου άλλου προβλήματος υγείας. Και τότε, 1 στις 5 διαγνώσεις (20%) ο καρκίνος είναι μεταστατικός. Μόνο το 11% των περιστατικών διαγνώσκεται στο πλαίσιο κάποιου προσυμπτωματικού ελέγχου.

Και μάλιστα, από την αρχή της διερεύνησης μέχρι την διάγνωση, περνούν συνήθως δύο μήνες ή και περισσότερο – στις περιπτώσεις μεταστατικού καρκίνου, η διάγνωση ξεπερνά τους 2,3 μήνες.

Αιτία της καθυστέρησης στη διάγνωση είναι τα λάθος αποτελέσματα σε ποσοστό που κυμαίνεται από 21% μέχρι και 62% όταν η διάγνωση παίρνει χρόνο πάνω από τρίμηνο, η δυσκολία πρόσβασης στα δημόσια νοσοκομεία και η αναμονή των αποτελεσμάτων, όταν πλέον οι ασθενείς έχουν καταφέρει να φτάσουν στο νοσοκομείο.

Από τη διάγνωση και μετά, ο καρκίνος κοστίζει όχι μόνο στο σύστημα υγείας, αλλά και στους ίδιους τους ασθενείς, σε ποσοστό που φτάνει το 89%.

Τα παραπάνω στοιχεία προέκυψαν κατά την πανελλαδική έρευνα All.Can που υλοποιήθηκε με την επιμέλεια της IQVIA. Η έρευνα διενεργήθηκε στο πλαίσιο ανάπτυξης της ομώνυμης πλατφόρμας, μιας διεθνούς πρωτοβουλίας με στόχο την αξιοποίηση των διαθέσιμων πόρων με την μέγιστη αποτελεσματικότητα. Η ανάπτυξη της ελληνικής πλατφόρμας All.Can, γίνεται με πρωτοβουλία της Ελληνικής Ομοσπονδίας Καρκίνου (ΕΛΛΟΚ), με τη συνεργασία της Ελληνικής Αιματολογικής Εταιρείας , της Ελληνικής Εταιρείας Ακτινοθεραπευτικής Ογκολογίας, της Ελληνικής Εταιρείας Παθολογικής Ανατομικής, της Ελληνικής Εταιρείας Χειρουργικής Ογκολογίας, της Εταιρείας Ογκολόγων Παθολόγων Ελλάδας, του Εθνικού Συνδέσμου Νοσηλευτών Ελλάδας-Τομέας Ογκολογίας , του Εργαστηρίου Οικονομικών και Διοίκησης της Υγείας του Πανεπιστημίου Πειραιώς, του ΜΒΑ – Υγεία του Εθνικού Καποδιστριακού Πανεπιστημίου Αθηνών και της Ομάδας Νέων Ογκολόγων της ΕΟΠΕ.

Στη σχετική συνέντευξη Τύπου, με αφορμή το συντριπτικό ποσοστό της οικονομικής επιβάρυνσης των ασθενών (89%), εκ μέρους της IQVIA η κ. Μαρία Τριανταφύλλου, ανέλυσε τα στοιχεία, λέγοντας πως 74% ανέφεραν οικονομική επιβάρυνση για φροντίδα και θεραπεία, που αφορά σε ποσοστό 60% τις εξετάσεις, 57% τη θεραπεία και 20% τα φάρμακα.

Άλλες οικονομικές επιπτώσεις ανέφερε το 84%, από το οποίο το 58% αφορούσε έξοδα μετακίνησης, το 26% έχασε τη δουλειά του (το ποσοστό ανεβαίνει στο 38% σε όσους δεν έχουν ακόμη θεραπευτεί), ενώ ένα 12% ανέφερε οικονομική επιβάρυνση για τη φροντίδα των παιδιών.

Επιπλέον η έρευνα έδειξε ότι:

Μόνο 4% δήλωσε ότι δέχθηκε πλήρη ενημέρωση, σε όλα τα επίπεδα της φροντίδας, κατά τη διάρκεια που νοσούσε,
1 στους 2 ασθενείς δεν έλαβε καμία πληροφόρηση για τις υποστηρικτικές ομάδες ασθενών,
31% δεν είχε καμία ψυχολογική υποστήριξη, μόλις 11% δήλωσε ότι στηρίχθηκε ψυχολογικά,
1 στους 4 δήλωσε πως είχε υποστήριξη στη διαχείριση του πόνου.

Η πρόεδρος της Ελληνικής Ομοσπονδίας Καρκίνου (ΕΛΛΟΚ), Κ. Αποστολίδου, χαρακτήρισε την πρωτοβουλία ως ευκαιρία για την επίλυση προβλημάτων, ιδίως τον κατακερματισμό της ογκολογικής περίθαλψης, που κοστίζει όχι μόνο χρήματα, αλλά και χρόνο και ενέργεια, ποιότητα ζωής, απώλεια ευκαιριών για τους ασθενείς και τις οικογένειες τους.

Ο Καθηγητής Οικονομικών της Υγείας και εκπρόσωπος του Εργαστηρίου Οικονομικών και Διοίκησης της Υγείας του Τμήματος Οικονομικής Επιστήμης του Πανεπιστήμιο Πειραιώς Αθ. Βοζίκης, σημείωσε ότι «Οι ανεπάρκειες του Συστήματος Υγείας στη παροχή αποτελεσματικής και αποδοτικής ογκολογικής περίθαλψης και φροντίδας, πέρα από τις αυτονόητες αρνητικές συνέπειες στο επίπεδο υγείας των ασθενών, θέτουν σε κίνδυνο τη δυνατότητα να μπορούμε να προσφέρουμε στις μελλοντικές γενιές τα οφέλη από την καινοτομία στο χώρο της Υγείας, καθόσον οι κυβερνήσεις δεν θα είναι σε θέση ή πρόθυμες να πληρώσουν γι ‘ αυτήν».

Ο Καθηγητής Οικονομικών στο Εθνικό Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών Γιάννης Υφαντόπουλος δήλωσε: «Το Οικονομικό Τμήμα του ΕΚΠΑ Πανεπιστημίου Αθηνών με τους Μεταπτυχιακούς Συνεργάτες του προγράμματος MBA-Υγεία (www.mbahealth.econ.uoa.gr) συνεργάζεται με την All.Can για να διασφαλισθεί η ισότιμη πρόσβαση των ασθενών στις νέες καινοτόμες θεραπείες και στη βελτίωση της ποιότητας ζωής των καρκινοπαθών».
Ο Ν. Τσουκαλάς, μέλος του ΔΣ της Εταιρείας Ογκολόγων Παθολόγων Ελλάδας επεσήμανε τη σημασία των κλινικών μελετών, για τους ασθενείς για τους οποίους δεν αποδίδει η θεραπεία, ενώ έκανε λόγο για απουσία ανακουφιστικής φροντίδας.

Εκ μέρους της Ελληνικής Αιματολογικής Εταιρείας ο Θεόδωρος Βασιλακόπουλος δήλωσε πως η περίθαλψη των ογκολογικών ασθενών πάσχει, ιδιαίτερα, στο σκέλος της ψυχολογικής υποστήριξης. Ωστόσο, ο «εκσυγχρονισμός» των συστημάτων συνταγογράφησης, οι αυξανόμενες απαιτήσεις καταχώρισης αιτημάτων για φάρμακα υψηλού κόστους ή εκτός ενδείξεως, και οι βεβαιώσεις για χορήγηση επιδομάτων αυξάνουν τη γραφειοκρατία για τους γιατρούς, που παραμένουν χωρίς γραμματειακή υποστήριξη, δεδομένης της ανεπαρκούς στελέχωσης σε Διοικητικό Προσωπικό. Έτσι, η έλλειψη επαρκούς διοικητικής μέριμνας, οι σημαντικότατες ελλείψεις Νοσηλευτικού Προσωπικού, η μετανάστευση ικανότατων ιατρικών στελεχών στο εξωτερικό στα χρόνια της κρίσης δημιουργεί τεράστιο φόρτο εργασίας που δυσχεραίνει δραματικά την καθημερινότητα των ασθενών που πάσχουν από αιματολογικά νοσήματα και ιδιαίτερα από αιματολογικές κακοήθειες»

Ο Πρόεδρος της Ελληνικής Εταιρίας Ακτινοθεραπευτικής Ογκολογίας Γιώργος Πισσάκας, δήλωσε πως «Η μάχη κατά του καρκίνου έχει πολλά ανοικτά μέτωπα και περιλαμβάνει προσπάθειες τόσο για την πρόληψη και για την έγκαιρη διάγνωση, όσο και για τη θεραπεία. Στο μέρος που αφορά στη θεραπεία έχει τεράστια σημασία για κάθε ασθενή η δυνατότητα πρόσβασης αλλά και η ποιότητα των παρεχόμενων ογκολογικών υπηρεσιών. Είναι λοιπόν εξαιρετικά σημαντικό ο αγώνας αυτός να γίνεται με ενωμένους όλους μας, ασθενείς, γιατρούς, πολιτικούς και κοινωνικούς φορείς για να γίνουν τα όπλα στην μάχη κατά του καρκίνου όσο το δυνατόν πιο αποτελεσματικά».

καρκίνος