Νοσηλευτές δύο ταχυτήτων από το ν.σ. του Πανεπιστημίου Δ. Αττικής

Νοσηλευτές δύο ταχυτήτων δημιουργούνται με το νομοσχέδιο για την ίδρυση του Πανεπιστημίου Δυτικής Αττικής, ενώ φέρνει σύγχυση και συγκρούσεις στους χώρους εργασίας, με την υποκατάσταση των νοσηλευτών από τους επισκέπτες υγείας, με την υφαρπαγή θεσμοθετημένων κλινικών και άλλων αρμοδιοτήτων, χωρίς τη δυνατότητα παροχής ουσιαστικού κλινικού έργου.

Τα παραπάνω καταγγέλλει η Ένωση Νοσηλευτών Ελλάδας (ΕΝΕ) με αφορμή την συζήτηση στην επιτροπή μορφωτικών υποθέσεων της Βουλής, του νομοσχεδίου του ΥΠΕΠΘ σχετικά με την ίδρυση του Πανεπιστημίου Δυτικής Αττικής.

Η Ένωση εξέφρασε την έντονη δυσαρέσκειά της προς τα πολιτικά κόμματα που εκπροσωπούνται στο Κοινοβούλιο, καθώς οι θέσεις της όπως είχαν κατατεθεί στους εκπροσώπους τους, ουδέποτε εισακούστηκαν κατά την εν λόγω συζήτηση.

Σε επιστολή τους προς τα κόμματα και τους αρχηγούς τους, ο πρόεδρος της ΕΝΕ Δημ. Σκουτέλης και ο γραμματέας Αρ. Δάγλας, καταδίκασαν “τον απαράδεκτο αποκλεισμό της ΕΝΕ από την εν λόγω επιτροπή” και πρόσθεσαν: “δεν αντιλαμβανόμαστε για ποιο λόγο η συζήτηση δεν παρατάθηκε, ώστε όλοι οι φορείς να εκφράσουν την άποψή τους, για ένα τόσο σοβαρό ζήτημα.
Ακολούθως, αναρωτιόμαστε γιατί τα όσα η ΕΝΕ εκπόνησε και κατέθεσε στα πολιτικά κόμματα δεν ελήφθησαν υπόψιν, ούτε βέβαια αναφέρθηκαν κατά την παραπάνω διαδικασία.
Με εξαίρεση την εύστοχη τοποθέτηση του κ. Λεωνίδα Γρηγοράκου που τοποθέτησε τα πράγματα στη σωστή τους θέση, οι υπόλοιποι εκπρόσωποι των κομμάτων απογοήτευσαν με τη στάση τους, τους 40.000 νοσηλευτές-μέλη της ΕΝΕ.
Με γνώμονα την επικράτηση της λογικής και την εδραίωση της πραγματικότητας που ισχύει διεθνώς απευθύνουμε ύστατη έκκληση στους υπεύθυνους των κομμάτων, να αρθούν στο ύψος των περιστάσεων κατά την τελική συζήτηση του νομοσχεδίου στην Ολομέλεια της Βουλής”.

Με δεδομένα τα παραπάνω, οι εκπρόσωποι της ΕΝΕ επανακοινοποίησαν το υπόμνημά της Ένωσης επί του νομοσχεδίου, το οποίο έχει ως εξής:

“Το ΔΣ της ΕΝΕ χαιρετίζει την Ίδρυση του Πανεπιστημίου Δυτικής Αττικής, αλλά αισθάνεται την ανάγκη να επισημάνει, σε ότι αφορά τη Σχολή Επιστημών Υγείας, ότι επαναλαμβάνονται τα λάθη του παρελθόντος.
Η Ένωση Νοσηλευτών Ελλάδας (ΕΝΕ), συσταθείσα δυνάμει των διατάξεων του Νόμου 3252/2004 και λειτουργούσα έκτοτε ως ΝΠΔΔ έχει, μεταξύ άλλων, ως σκοπό και προορισμό της, την εισήγηση για θέματα εκπαίδευσης-μετεκπαίδευσης –συνεχιζόμενης εκπαίδευσης, την προαγωγή και ανάπτυξη της Νοσηλευτικής ως ανεξάρτητης και αυτόνομης επιστήμης και τέχνης για την εξασφάλιση υψηλής στάθμης φροντίδα υγείας στο κοινωνικό σύνολο, την οριοθέτηση του επαγγέλματος του Νοσηλευτή, σύμφωνα με τα νοσηλευτικά προγράμματα Σπουδών Ανώτατης Εκπαίδευσης και τον περιορισμό της αντιποίησης της άσκησης του επαγγέλματος.
Στο πλαίσιο αυτό και δια της παρούσης, εκφράζουμε τις σοβαρότατες ενστάσεις μας καθώς στο σχέδιο νόμου του Υπουργείου Παιδείας, Έρευνας και Θρησκευμάτων προβλέπεται η δημιουργία αυτόνομου τμήματος Δημόσιας Υγείας ή Δημόσιας και Κοινοτικής Υγείας στη Σχολή Επιστημών Υγείας. Το τμήμα Κοινοτικής υγείας προέκυψε ως κατεύθυνση από τη συνένωσή του με το Τμήμα Δημόσιας Υγιεινής στο πλαίσιο του σχεδίου «Αθηνά Ι» και αποτελεί τη μετονομασία του Τμήματος Επισκεπτών Υγείας, το οποίο ιστορικά αποτελούσε κατεύθυνση των Τμημάτων Νοσηλευτικής, όπως συνάδει και με τις σύγχρονες διεθνείς επιστημονικές αντιλήψεις και πρακτικές.
Τόσο η ΕΝΕ, όσο και τα Τμήματα Ανώτατης Νοσηλευτικής Εκπαίδευσης, αλλά και ολόκληρη η επιστημονική νοσηλευτική κοινότητα εκτιμούν ότι η ίδρυση αυτόνομου Τμήματος Δημόσιας και Κοινοτικής Υγείας (μετονομασία του τμήματος Επισκεπτών Υγείας) αποτελεί λανθασμένη επιλογή που δε συνάδει με τη διεθνή πρακτική και στερείται επιστημονικής τεκμηρίωσης για τους παρακάτω λόγους:
1. Διεθνώς, οι Επισκέπτες Υγείας αποτελούν ειδίκευση της Νοσηλευτικής, καθώς βασική προϋπόθεση είναι η κατοχή πτυχίου Νοσηλευτικής και αντίστοιχη άδεια ασκήσεως επαγγέλματος. Έχουν δε επιλέξει να λάβουν επιπρόσθετη εκπαίδευση στη Δημόσια Υγεία, ώστε να αποκτήσουν την εξειδίκευση ως κοινοτικοί νοσηλευτές δημόσιας υγείας (community public health nurses). Αυτό σημαίνει ότι δεν υπάρχει ισοτιμία και αντιστοιχία του πτυχίου των Επισκεπτών Υγείας σε επίπεδο ανώτατης εκπαίδευσης υγείας σε αντίστοιχα Πανεπιστήμια της Ευρωπαϊκής Ένωσης (Ε.Ε.) και άλλων χωρών. Το γεγονός αυτό ενισχύεται από τον ήδη υφιστάμενο αποκλεισμό των αποφοίτων από την αγορά εργασίας και από τον εξαναγκασμό τους να φοιτήσουν συμπληρωματικά στο προπτυχιακό πρόγραμμα αντίστοιχων πανεπιστημιακών τμημάτων Νοσηλευτικής. Για παράδειγμα, στο Ην. Βασίλειο, στη Σουηδία, Νορβηγία, Φινλανδία, στην Αυστραλία και σε άλλες χώρες του ανεπτυγμένου κόσμου απαιτούνται σπουδές Νοσηλευτικής ανώτατου επιπέδου και στη συνέχεια ακολουθεί η εξειδίκευση που μπορεί να είναι Χειρουργική Νοσηλευτική, Παιδιατρική Νοσηλευτική, Κοινοτική Νοσηλευτική κ.ά. Ε Επομένως, στη συγκεκριμένη περίπτωση, παρατηρείται το φαινόμενο να ιδρύεται ένα αυτόνομο τμήμα που δεν αντιστοιχεί σε διεθνώς αυτόνομο αναγνωρισμένο γνωστικό αντικείμενο αλλά απλά αποτελεί την εφαρμογή της Νοσηλευτικής Επιστήμης σε συγκεκριμένο επαγγελματικό πεδίο.
2. Από το Πρόγραμμα Σπουδών και τα Επαγγελματικά δικαιώματα των Επισκεπτών Υγείας, διαπιστώνεται ότι έχει γίνει αντιγραφή των Νοσηλευτικών Προγραμμάτων Σπουδών, καθώς το 50% των σελίδων του κειμένου, αναφέρεται αποκλειστικά σε νοσηλευτικές αρμοδιότητες. Εντυπωσιακό είναι το γεγονός ότι στο σύνολο των 198 σελίδων του Προγράμματος Σπουδών, υπάρχουν πολυάριθμες εννοιολογικές αναφορές στη Νοσηλευτική Επιστήμη ενώ μόνο στη λέξη «Νοσηλευτική» ανευρίσκονται 71 αναφορές. Επιπλέον, υπάρχει επικάλυψη σε τομείς εργασίας, σε κλινικές δεξιότητες των Επαγγελματικών Δικαιωμάτων και ιδιαίτερα σε νοσηλευτικές εφαρμογές στο επίπεδο της Πρωτοβάθμιας Φροντίδας Υγείας, στην Κοινότητα. Η κατάσταση αυτή δημιουργεί πολλά προβλήματα στην άσκηση της νοσηλευτικής, που σκοπός της είναι η αξιολόγηση των αναγκών υγείας, ο προγραμματισμός και η εφαρμογή των παρεμβάσεων, η πρόληψη και βοήθεια του ατόμου/ οικογένειας/ ομάδας/κοινότητας στην ανάληψη δραστηριοτήτων που προάγουν την υγεία. Σημαντικότερο όλων είναι ο κατακερματισμός της παρεχόμενης νοσηλευτικής φροντίδας, με αποτέλεσμα οι αποδέκτες/χρήστες να μην έχουν τη φροντίδα που δικαιούνται και είναι δεδομένη σε όλον τον ανεπτυγμένο κόσμο.
3. Δημιουργείται σύγχυση και συγκρούσεις στους χώρους εργασίας, λόγω της απροκάλυπτης προσπάθειας που γίνεται από τον κλάδο των Επισκεπτών Υγείας, είτε να υποκαταστήσουν το ρόλο των Νοσηλευτών στην Κοινότητα, με την υφαρπαγή θεσμοθετημένων κλινικών και άλλων αρμοδιοτήτων, είτε να καταλάβουν θέσεις εργασίας σε ιδρύματα ενδονοσοκομειακής φροντίδας, αρνούμενοι ταυτόχρονα την παροχή ουσιαστικού κλινικού έργου.
4. Οι θεμελιώδεις αρχές των νοσηλευτικών παρεμβάσεων είναι ενιαίες, περιλαμβάνουν όλα τα επίπεδα φροντίδας και πρόληψης και έχουν ως τελικό στόχο την προαγωγή της Δημόσιας Υγείας. Με βάση αυτή την παραδοχή, η δημόσια υγεία δεν αποτελεί ξεχωριστό επαγγελματικό αυτόνομο πεδίο, διεθνώς αναγνωρισμένο, αλλά είναι «έννοια» που στηρίζεται σε διάφορες επιστήμες και τεχνικές και αποτελεί συλλογική δράση για αειφόρο ανάπτυξη της υγείας του πληθυσμού.
5. Στο πλαίσιο του προγράμματος Erasmus (κινητικότητα φοιτητών και καθηγητών), οι φοιτητές του Τμήματος Κοινοτικής Υγείας (Επισκεπτών Υγείας) γίνονται αναγκαστικά δεκτοί στα νοσηλευτικά εκπαιδευτικά τμήματα, καθώς δεν υφίσταται αντίστοιχο προπτυχιακό πρόγραμμα, αλλά και οι εισερχόμενοι καθηγητές έχουν το τίτλο του «Νοσηλευτή Κοινοτικής/ Δημόσιας Υγείας».
6. H θεωρητική και κλινική εκπαίδευση των νοσηλευτών, καθώς και οι γνώσεις, οι δεξιότητες και οι ικανότητες που πρέπει να έχουν αποκτήσει για την παροχή φροντίδας υγείας, περιγράφονται στην Ευρωπαϊκή Οδηγία 2013/55/ΕΕ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 20ής Νοεμβρίου 2013 για την τροποποίηση της οδηγίας 2005/36/ΕΚ, σχετικά με την αναγνώριση των επαγγελματικών προσόντων, καθώς και του κανονισμού (ΕΕ) αριθ. 1024/2012 σχετικά με τη διοικητική συνεργασία μέσω του συστήματος πληροφόρησης της εσωτερικής αγοράς («κανονισμός IMI»). Η οδηγία 36 έχει ενσωματωθεί στο προεδρικό διάταγμα Αρ. Φύλλου 78 25 Μαΐου 2010. Στην οδηγία αυτή δεν γίνεται αναφορά σε καθήκοντα επισκέπτη υγείας, καθώς θεωρείται δεδομένο ότι πρόκειται για νοσηλευτή, με σχετική άδεια ασκήσεως επαγγέλματος και ανάλογα επαγγελματικά προσόντα.
7. Σύμφωνα με την Έκθεση εξωτερικής αξιολόγησης του Τμήματος Νοσηλευτικής του ΤΕΙ Αθήνας (2011), επισημάνθηκε από τους αξιολογητές ότι το αντικείμενο του Επισκέπτη Υγείας (Health Visitor/Community Nurse) πρέπει να αποτελεί ειδικότητα της Νοσηλευτικής και Μαιευτικής σε μεταπτυχιακό επίπεδο, όπως σε όλο τον ανεπτυγμένο κόσμο. Επίσης, το αντικείμενο της Δημόσιας Υγείας πρέπει να προσφέρεται σε μεταπτυχιακό επίπεδο και με την προϋπόθεση ο υποψήφιος να είναι απόφοιτος σχολής επιστημών υγείας.
Με βάση όλα τα παραπάνω και λαμβάνοντας υπόψη και την Πρόταση της Γενικής Συνέλευσης του Τμήματος Νοσηλευτικής του ΤΕΙ Αθήνας (15/6/2017) για την ενσωμάτωση της κατεύθυνσης της Κοινοτικής Υγείας του Τμήματος Δημόσιας Υγείας και Κοινοτικής Υγείας, καλούμε τόσο την ηγεσία του Υπουργείου Παιδείας όσο και τις αρμόδιες Πρυτανικές Αρχές να «θεραπεύσουν», τις στρεβλώσεις του παρελθόντος και την κραυγαλέα αντιποίηση επαγγέλματος, που αποτελεί παγκόσμια πρωτοτυπία και δεν συνάδει με τη θέση του Υπουργείου Παιδείας, ότι τα νέα Τμήματα του Πανεπιστημίου Δ. Αττικής έγιναν με βάση την ακαδημαϊκότητα, την αντιστοιχία σε διεθνώς αναγνωρισμένα επιστημονικά πεδία και την ανταπόκριση στις ανάγκες της οικονομίας και της κοινωνίας. Η Νοσηλευτική διεθνώς, αποτελεί τη βάση για οποιαδήποτε ειδικότητα ή εξειδίκευση θελήσει να ακολουθήσει ο πτυχιούχος του εν λόγω γνωστικού αντικειμένου. Εξάλλου, τα στενά και ανύπαρκτα γνωστικά αντικείμενα συμβάλλουν στη δημιουργία ανέργων, σε μια εποχή μεγάλης οικονομική κρίσης για τη χώρα.
Περαιτέρω είναι προφανές, ότι η σχεδιαζόμενη μετεξέλιξη του Τμήματος Νοσηλευτικής του ΤΕΙ σε πανεπιστημιακό τμήμα, μοιραία θα δημιουργήσει νοσηλευτές δύο ταχυτήτων ή άλλως δύο κατηγοριών, ήτοι των Νοσηλευτών ΤΕ που έχουν ήδη αποφοιτήσει από το ΤΕΙ και των Νοσηλευτών ΠΕ, που πρόκειται να αποφοιτήσουν από το υπό ίδρυση πανεπιστημιακό τμήμα της Νοσηλευτικής. Η δυσαρμονία αυτή καθίσταται ακόμη πιο εμφανής μεταξύ των ήδη φοιτούντων στο Τμήμα του ΤΕΙ και όσων πρόκειται να αποφοιτήσουν από το νέο πανεπιστημιακό τμήμα.
Εν προκειμένω, λοιπόν, το εντελώς τυχαίο γεγονός της εισόδου στο τμήμα του ΤΕΙ ή στο πανεπιστημιακό τμήμα σε μια δεδομένη χρονική στιγμή, επιδρά επί του τελικώς αποδιδόμενου τίτλου σπουδών, προσδιορίζοντας κατά τρόπο καθοριστικό τόσο την κατηγορία στην οποία θα ανήκει ο μελλοντικός νοσηλευτής, όσο και τα επαγγελματικά δικαιώματα που θα του αναλογούν.
Ενόψει τούτων κρίνεται, λοιπόν, τουλάχιστον επιβεβλημένη η προσθήκη στο επίμαχο νομοσχέδιο μεταβατικών διατάξεων, με τις οποίες θα δίδεται η δυνατότητα τόσο στους αποφοιτήσαντες του ΤΕΙ, όσο, ιδίως, και στους ήδη φοιτούντες, μέσω συγκεκριμένης διαδικασίας, να αποκτήσουν Πανεπιστημιακό τίτλο σπουδών, ώστε να μην υπάρξει στο μέλλον ουσιαστική ή τυπική διάκριση, παρεκκλίνουσα ενδεχομένως της αρχής της ισότητας”.