Νοσοκομεία: Εκτός προϋπολογισμού για φάρμακα κατά 47% στο πρώτο δίμηνο

Καλπάζει η νοσοκομειακή δαπάνη για φάρμακα με αποτέλεσμα ολόκληρη η φαρμακευτική αγορά να εκφράζει έντονη ανησυχία για τις υπερβάσεις που θα καταγραφούν στη διάρκεια της φετινής χρονιάς.

Ήδη από το πρώτο δίμηνο του έτους, τα στοιχεία δείχνουν υπέρβαση της τάξης του 47% σε σχέση με τον προβλεπόμενο προϋπολογισμό όπως είναι κατανεμημένος σε δωδεκατημόρια. Βέβαια, τον Ιανουάριο και Φεβρουάριο, οι δαπάνες συνήθως είναι αυξημένες, λόγω αυξημένης ζήτησης υπηρεσιών, όμως και πάλι, η προβλεπόμενη μείωση της ζήτησης κατά τους θερινούς μήνες δεν αναμένεται να μπορέσει να ισοσκελίσει το ύψος της παρούσας υπέρβασης.

Η αυξημένη κατανάλωση φαρμάκων για τους πρώτους δύο μήνες του 2019, καταγράφηκε σε ένα περιβάλλον όπου δεν έχουν μπει στην αγορά καινούρια φάρμακα, παρότι έχουν εγκριθεί και τιμολογηθεί νέα σκευάσματα, καθώς όλα τους περιμένουν την έγκριση από τις επιτροπές Αξιολόγησης και Διαπραγμάτευσης, προκειμένου να αποζημιώνονται από το σύστημα υγείας.

Έτσι μπορεί να αποδοθεί σε αυξημένη ζήτηση και μάλιστα σε φάρμακα σοβαρών παθήσεων τα οποία είναι ακριβά σκευάσματα, όσο κι αν η πρόσβαση των ασθενών στις δημόσιες δομές υγείας είναι δύσκολη και με μεγάλες καθυστερήσεις.

Αναλυτικά, σύμφωνα με τα νεώτερα στοιχεία του υπουργείου Υγείας σε ότι αφορά τη νοσοκομειακή φαρμακευτική δαπάνη για τους μήνες Ιανουάριο και Φεβρουάριο 2019, η δαπάνη για τα Νοσοκομεία του ΕΣΥ ανέρχεται στα 122.800.000 ευρώ, επί προϋπολογισμού 83.320.000 ευρώ. Η υπέρβαση που καταγράφηκε δηλαδή του δύο πρώτους μήνες, έφτασε τα 39.480.000 ευρώ, ποσό που αντιστοιχεί σχεδόν στο μισό προϋπολογισμό (47%) για τους δύο αυτούς μήνες.

Τα πράγματα είναι πολύ χειρότερα για το Νοσοκομείο Παπαγεωργίου, του οποίου η δαπάνη για Ιανουάριο και Φεβρουάριο έφτασε στα 3.700.000 ευρώ με ένα προϋπολογισμό 2.160.000 ευρώ, εμφανίζοντας μια υπέρβαση που ανέρχεται στα 1.540.000 ευρώ, δηλαδή στο 71% επί του προϋπολογισμού του νοσοκομείου.

Ο παραπάνω ρυθμός υπέρβασης αποτυπώνει την αδυναμία των προβλεπόμενων πιστώσεων να καλύψουν τις πραγματικές ανάγκες του πληθυσμού σε φαρμακευτική περίθαλψη, ιδίως όταν πρόκειται για περιστατικά που χρειάζονται νοσηλεία, πρόκειται δηλαδή για πολύ σοβαρά περιστατικά.

Το γεγονός έχει αναγνωριστεί από την πολιτική ηγεσία του υπουργείου Υγείας, όμως οι δεσμεύσεις από την επιτήρηση της μεταμνημονιακής εποχής της χώρας δεν της επιτρέπουν να ελπίζει σε ουσιαστικές οικονομικές παρεμβάσεις, παρά τη δηλωμένη βούληση.

Έτσι, η εν λόγω υπέρβαση θα επιβαρύνει το νοσοκομειακό clawback των φαρμακευτικών εταιριών, οι οποίες έχουν επίσης εκφράσει την αδυναμία τους να συνεχίσουν με τους συγκεκριμένους ρυθμούς καταβολής υποχρεωτικών επιστροφών.

Και η αδυναμία αυτή, δεν αφορά μόνο τις ελληνικές επιχειρήσεις οι οποίες έχουν κάνει λόγο για δημιουργία μιας νέας γενιάς “προβληματικών επιχειρήσεων”.
Το πρόβλημα επεκτείνεται και στις πολυεθνικές φαρμακευτικές, οι εκπρόσωποι των οποίων μετρούν το χρόνο κατά τον οποίο οι μητρικές εταιρίες δεν θα επιλέξουν να επενδύουν στη χώρα μας, μεταφράζοντας τις επιπτώσεις σε καθυστερήσεις νέων θεραπειών να έρθουν στη χώρα μας ή συρρίκνωση των ελληνικών θυγατρικών από πλευράς ανθρώπινου δυναμικού.